ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1819 ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821 (7ο μέρος)

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ 6ο ΜΕΡΟΣ

Τσάρος Αλέξανδρος Α΄, ιδρυτής της Ιεράς Συμμαχίας. Υπό την αιγίδα του λειτουργούσε η Φιλομούσος Εταιρεία με διευθυντή τον Καποδίστρια. Ο Μέγας Αλέξανδρος που από την εποχή του Ρήγα οδηγούσε την Επανάσταση, στο πρόσωπό του είχε και ονομαστική ταύτιση. Τα σχέδια του τσάρου για το ελληνικό ζήτημα και η σχέση του με τον Καποδίστρια αποτελούν βασικά κλειδιά του γρίφου που λέγεται «1821»

Η απάντηση του Καποδίστρια δόθηκε γραπτά στον απεσταλμένο του Πετρόμπεη στην Ρωσία, τον Καμαρινό, ο οποίος, κατά τα λεγόμενα του μπέη, είχε ξεκινήσει από την Μάνη τον Φεβρουάριο του 1819. Δεν ήθελε να περιμένει ο Μαυρομιχάλης τον Καποδίστρια; Δεν είχε ειδοποιηθεί ότι έρχεται; Αν αυτό -λογικά- πρέπει να το αποκλείσουμε, τότε η αποστολή του Καμαρινού δείχνει αμφιταλάντευση / αβεβαιότητα / ανησυχία του Μαυρομιχάλη. Αν και αυτά δεν ισχύουν, τότε ο Καμαρινός πηγαίνει στο κέντρο λήψης αποφάσεων ώστε να αποτελεί αξιόπιστο μέσο πληροφόρησης από και προς τον αρχηγό της Μάνης. Ο Φιλήμων σημειώνει ότι ο Καμαρινός έφτασε στην Κων/πολη συστημένος προς τον Πατριάρχη και ότι έχοντας γνωρίσει «οι εν Κωνσταντινουπόλει εταίροι τας ολεθρίας συνεπείας της αποστολής αυτού» προσπάθησαν να αποτρέψουν την μετάβασή του στην Πετρούπολη, χωρίς όμως να το κατορθώσουν. [Στο σημείο αυτό ενέπλεξε τον Περραιβό με τον Πατριάρχη, λέγοντας ότι και ο πρώτος μίλησε στον δεύτερο για την μεγάλη ανάγκη να παρέμβει]. Το ίδιο έκαναν και οι εταίροι της Οδησσού, όπου έφτασε πιθανόν τον Αύγουστο. Στις 13-8-1819 ο Π. Σέκερης ειδοποιεί τον Αναγνωστόπουλο ότι ο Καμαρινός έχει φύγει για την Οδησσό και έρχεται να τον συναντήσει στην Οβιδιούπολη. Στην Αγ. Πετρούπολη ο Καμαρινός έφτασε στα τέλη του 1819. Ο Καποδίστριας είχε επιστρέψει τον Νοέμβριο. Όταν ο Καμαρινός έμαθε την «αλήθεια του Καποδίστρια» έκανε -σύμφωνα με τον Δικαίο- σαν «αχαλίνωτο άλογο». Σύμφωνα με τον Φιλήμονα (1834), ο Καμαρινός απειλούσε πως θα ενημερώσει σχετικά την Πελοπόννησο και ότι η Εταιρεία είχε γίνει δεκτή μόνον ως Εταιρεία του Καποδίστρια. Έλεγε ακόμη ότι χωρίς ρωσοτουρκικό πόλεμο η Επανάσταση ήταν καταδικασμένη. Αυτά μπορεί να αληθεύουν, όμως ο χρόνος της δολοφονίας του Καμαρινού δεν δείχνει σύνδεση με την «αλήθεια του Καποδίστρια». Μεσολαβούν τουλάχιστον 6 μήνες κατά τους οποίους γίνονται οι διεργασίες στην Πετρούπολη και στην Μόσχα. Σύμφωνα με τον Φωτάκο, ο Καμαρινός ζήτησε 2 εκατομ. γρόσια από τον Υψηλάντη. Εξοργίστηκε όταν έλαβε την απάντηση ότι ούτε το 1/4 μπορούσε να του δοθεί και γι’ αυτό απείλησε τον Υψηλάντη να μην τολμήσει να πλησιάσει στην Πελοπόννησο. Ο Φιλήμων μιλάει και για προσπάθειες διαφοροποίησης του Καμαρινού από την Εταιρεία, οι οποίες οφείλονται ίσως και στις επαφές που είχε με τον Νέγρη. Οι απειλές του Καμαρινού και πιθανώς το γράμμα του Καποδίστρια δεν έφτασαν στην Μάνη. Ο Καμαρινός δολοφονήθηκε από τους Φιλικούς τον Νοέμβριο του 1820 στο Γαλάτσι και σύμφωνα με τον Φωτάκο, στην ετυμηγορία του Υψηλάντη παρίστατο και ο Περραιβός.

Κοινό στοιχείο μεταξύ της παρουσίας Γαλάτη και Καμαρινού στην Ρωσία είναι η αφαίρεση εγγράφων της Εταιρείας από γυναίκες των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών που εμφανίζονταν ως πόρνες. Σύμφωνα με τον Καποδίστρια [1826], ο Γαλάτης και ο Καμαρινός κατά πάσα πιθανότητα εξοντώθηκαν, ως «οχληροί μάρτυρες της αληθείας ην άλλοι προσεπάθουν να κρύψουν από τους Έλληνας». Δηλαδή, η αλήθεια, κατά τον Καποδίστρια, είναι ότι ο τσάρος και ο ίδιος δεν είχαν την παραμικρή σχέση με την Φιλική Εταιρεία. Η προφανής αλήθεια βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά, καθώς όχι μόνον η «Οδησσός» δεν προσφέρει τεκμηρίωση, αλλά αντίθετα, τμήματα μιας τέτοιας εικόνας εμφανίζονται, με βάση τα τεκμήρια που έχουν βρεθεί. (Σημαντικά κομμάτια της συνολικής εικόνας φαίνεται πως παραμένουν στο σκοτάδι). Για παράδειγμα, στις αρχές του 1820 ο Καποδίστριας δείχνει ότι δεν ανησυχεί μόνον για την σχέση του με τον τσάρο Αλέξανδρο. Η απάντηση στον Πετρόμπεη και οι επιστολές του προς τον Βαρδαλάχο και τον Πίνη έχουν γραπτή έγκριση του τσάρου. Δηλαδή ο τσάρος λέει ότι τα χρήματα που μαζεύει ο Αναγνωστόπουλος για το Σχολείο του με την προτροπή του Πατριάρχη δεν έχουν απολύτως καμιά σχέση με τα χρήματα που μαζεύονται από τον Καποδίστρια για το Σχολείο του τσάρου με την προτροπή του Πατριάρχη. Στις 13-8-1819 ο Π. Σέκερης γράφει στον Αναγνωστόπουλο «Τα Πατριαρχικά γράμματα θεία χάριτι εβγήκαν και τα οποία θέλει σου τα στείλω με την ρωσικήν πόσταν ασφαλισμένα εις το όνομα του κυρίου Π. Διογενίδου ή δια του κυρ Βελισσαρίου Παυλίδη». Ο Φιλήμων στο πρώτο του Δοκίμιο επιβεβαιώνει διακριτικά και έμμεσα τον στόχο που είχε η επιστολή στον Πίνη (σ. 257). Χωρίς να αναφέρει καθόλου την επιστολή του Καποδίστρια, μάς πληροφορεί για την αντίδραση «του τσάρου» σχετικά με την επιστολή του Νέγρη προς τον Καποδίστρια. Ο Νέγρης, θέλοντας να εκμαιεύσει ομολογία περί του αρχηγού της Εταιρείας, πληροφορούσε «εποικοδομητικά» τον Καποδίστρια για την εκμετάλλευση του ονόματός του και του ονόματος της Φιλομούσου που έκαναν ο Αναγνωστόπουλος και ο Ξάνθος. Ο Φιλήμων εντελώς άτεχνα λέει ότι η επιστολή του Νέγρη έπεσε στα χέρια του τσάρου. Δίνει έτσι την ευκαιρία στον «ειλικρινή» Καποδίστρια να αρνηθεί τα πάντα. [Είναι προφανές ότι η ειλικρίνεια που αποδίδει στον Καποδίστρια ο Φιλήμων το 1834 δεν έχει καμμία σχέση με την ειλικρίνεια που θα του αποδώσει ο Δημαράς μετά από 130 χρόνια]. Ο Καποδίστριας στέλνει αντίγραφα των επιστολών στον πρέσβη Στρογκανώφ στην Κωνσταντινούπολη λέγοντάς του: «Εσείς θυμάστε, βεβαίως, εκείνο που είχα την τιμή να σας γράψω από την Κέρκυρα τον Απρίλιο του περασμένου έτους. Στο ίδιο πνεύμα μιλώ στον Πετρόμπεη για την βελτίωση της τύχης των Ελλήνων, και δεν θα πάψω να μιλώ γι’ αυτό σε όλους όσοι απευθύνονται σε μένα». Αντίστοιχη ειδοποίηση λαμβάνουν και άλλοι συνεργάτες του Καποδίστρια όπως ο μ. Ιγνάτιος και ο Λ. Μπενάκης [Arsh, Ο Ιωάννης Καποδίστριας στην Ρωσία, σ. 232-234].

Εμμανουήλ Ξάνθος. Το αρχείο του παραδόθηκε στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος το 1991. Η έκδοσή του ξεκίνησε το 1997 και ολοκληρώθηκε το 2014 με τον Δ΄ τόμο. Η διατήρηση του αρχείου και η σύγκρισή του με τα γνωστά του έργα επιβεβαιώνει ότι ούτε ο Ξάνθος είχε πρόθεση οικειοποίησης της Εταιρείας

Φαίνεται βέβαιο ότι ο τελικός αποδέκτης των επιστολών προς Πίνη και Βαρδαλάχο είναι το εταιρικό περιβάλλον. Το τι γίνεται στο στενό περιβάλλον της Φιλικής και στο ευρύτερο, διεθνές, δεν το γνωρίζουμε. Στην Κωνσταντινούπολη καταγράφεται ένταση και φυγόκεντρες δυνάμεις μετά την απώλεια του Σκουφά (Ιούλιος 1818). Το 1819 αναφέρονται διάφορες αντιδράσεις από πολλά πρόσωπα, χωρίς όμως να εμφανίζουν καθαρά τις προθέσεις τους. Μόνον η αντιπαράθεση Κοδρικά-Κοραή στο γλωσσικό και η διαφοροποίηση Καποδίστρια-Κοραή στο πολιτικό-οντολογικό δείχνουν κάποια σαφήνεια. Η άφιξη του Ξάνθου στην Αγ. Πετρούπολη δεν αφορά βέβαια σε εκλογή αρχηγού της Εταιρείας, αλλά σε ανάδειξη αρχηγού της Επανάστασης, όπως σωστά σημειώνει ο Σπηλιάδης. Ο Φιλήμων στο α’ Δοκίμιο γράφει σε περιληπτικό τίτλο κεφαλαίου «Σκέψεις των αρχηγών της Εταιρείας περί αρχηγού της Επαναστάσεως», και δυο κεφάλαια μετά «Αναγόρευσις του Α. Υψηλάντου εις την αρχηγίαν της Εταιρίας και της Επαναστάσεως». Ο Φιλήμων γράφει υψηλαντική Ιστορία σύμφωνα με το καποδιστριακό πνεύμα και καθ’ υπόδειξη του Ρώμα (στα βασικά σημεία). Το 1834 αποδίδει την Εταιρεία στους Σκουφά, Τσακάλωφ και Αναγνωστόπουλο, ενώ ένα χρόνο πριν ο Χριστόπουλος (από το φιλολογικό περιβάλλον του Βουκουρεστίου) την αποδίδει στους Σκουφά, Τσακάλωφ και Ξάνθο σ’ ένα κείμενο αρκετά προχειρογραμμένο και ελάχιστα αξιοποιήσιμο. Πριν απ’ αυτούς, άλλοι την απέδιδαν σε διαφορετική τριάδα. Φαίνεται πως η «τριάδα» είχε προαποφασιστεί από τον Καποδίστρια. Ο Ξάνθος ήταν μοιραίο να λείπει απ’ αυτήν, ως άσχετος με την εποχή του 1814-1816. Άλλοι όμως, πριν το 1830, είχαν συμπεριλάβει τον Ξάνθο, λόγω της επανεκκίνησης της Εταιρείας μετά τα μέσα του 1818 και της πορείας του προς τον «ευεργετικό» (Καποδίστρια). Δίπλα στον Ξάνθο και στον αδιαμφισβήτητο Σκουφά, οι Νικόλαος Υψηλάντης και Αλέξανδρος Σούτσος (όχι ο ηγεμόνας της Βλαχίας) είχαν βάλει τον Δικαίο. Τον Ξάνθο θα προσπαθήσει αργότερα να επιβάλει η κοραϊκή πλευρά δια του Αλ. Μαυροκορδάτου (1844), γιατί πρέπει στην ιστορία να πάρει θέση ένας μάρτυρας που αυτοπροσώπως προσφέρει την Εταιρεία στον Καποδίστρια και αυτός την αρνείται. Έτσι θα περιγραφεί η επίσκεψη του Ξάνθου. Τι έκανε το 1820 στην Αγ. Πετρούπολη ο Εμμανουήλ Ξάνθος; Στις 2-6-1819 ο ανήσυχος Π. Σέκερης γράφει στον Ξάνθο να μην καθυστερεί στην Βεσσαραβία μαζεύοντας γρόσια, αλλά να κινηθεί γρήγορα επειδή «πολλοί ζητούν να κινήσουν δια το μέρος οπού αποφασίθης και υποσχέθης συ». Δέκα μέρες μετά του γράφει νέο γράμμα όπου τον πιέζει και πάλι να βιαστεί επειδή «τέσσερες ακόμη εκίνησαν και θέλουν να παν όπου εδιωρίσθης συ, λοιπόν πριν φθάσουν αυτοί και διαφθείρουν τα πράγματα εκείνα δια τα οποία πηγαίνεις, μίσευσε, δι αγάπην Θεού, όσον συντομώτερον». Από τα μισόλογα του Σέκερη και το περίφημο συμφωνητικό του Σεπτεμβρίου 1818 (αν κι αυτό δεν συντάχθηκε εκ των υστέρων), φαίνεται ότι ο Ξάνθος μετέφερε κάποιο μήνυμα, εξέφραζε κάποια βούληση Εταίρων μετά την κρίση και τον θάνατο του Σκουφά. Και η βούληση πρέπει να ήταν «θέλουμε τον Καποδίστρια ως αρχηγό της Επανάστασης, όχι τον Υψηλάντη». Αυτό συνάγεται από τα κείμενα του Εμ. Ξάνθου, του Παναγιώτη Σέκερη και του Νικόλαου Υψηλάντη, χωρίς να αποκλείεται κάτι συμπληρωματικό ή διαφορετικό. Ως προς τα τυπικά, ο Ξάνθος θα παρέδιδε χρήματα (βέβαιο) και αφιερωτικά έγγραφα (πιθανό) ενόψει της ανάδειξης αρχηγού της Επανάστασης, δηλαδή, ηγέτη του κράτους που θα προέκυπτε. Δυσφορία του τσάρου, του Καποδίστρια και των Υψηλαντών καταγράφεται ως προς τα οικονομικά. Η Μόσχα φτιάχνει ένα νέο σχέδιο Εταιρείας-Ταμείου και αυτής της Εταιρείας αναλαμβάνει Γενικός Έφορος ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ενσωματώνοντας την δύναμη των προσχηματισμένων Εφοριών. Οι (ανεξήγητες) υπογραφές στο συμφωνητικό «παράδοσης» είναι τρεις: ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο Ιωάννης Μάνος και ο Εμμανουήλ Ξάνθος. Υπογράφουν την 12-4-1820 στην Αγ. Πετρούπολη.

Κατά την άπαξ εγκριθείσαν γνώμην, συνελθόντα τα μέλη της Ελληνικής Εταιρίας και συσκεφθέντα μετ’ ακριβούς ερεύνης και εξετάσεως, εγνώρισαν Έφορον Γενικόν της Ελληνικής Εταιρίας τον εκλαμπρότατον πρίγκιπα κύριον Αλέξανδρον Υψηλάντην, ίνα εφορεύη και επιστατή εν πάσιν, όσα κρίνωνται άξια, ωφέλιμα και πρέποντα τη Ελληνική Εταιρία. Εις ασφάλειαν δε και βεβαίωσιν των εγκριθέντων βεβαιούται τη υπογραφή εκάστου των μελών.

Εν Πετρουπόλει, τη 12 Απριλίου 1820

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ,

ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΝΟΣ,

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΞΑΝΘΟΣ

Η νέα Εταιρεία λέγεται «Φιλόμουσος και Φιλάνθρωπος Γραικική Εμπορική Εταιρεία» και το μετοχικό της κεφάλαιο είναι 10 εκατομ. χάρτινα ρούβλια. Η Εταιρεία αυτή -λογικά- υποκαθιστά τους δυο προϋπάρχοντες, άτυπους επαναστατικούς φορείς (τις βιτρίνες της Φιλικής ως προς το Ταμείο της): το «Εμπορικόν Σύστημα» και την «Φιλόμουσο Εταιρεία». Αμφότερες ιδρύθηκαν το 1813. Και αυτή η Φ. Φ. Γ. Ε. Εταιρεία έχει αντιφατικά στοιχεία. Λέγεται «Γραικική», αλλά υπηρετεί την Φιλική που περιλαμβάνει Σέρβους, Αλβανούς, Βούλγαρους κλπ. Λέγεται «Γραικική», αλλά οδηγεί σε Ελληνική Επανάσταση. Είναι Εταιρεία δια τας «ανάγκας του ημετέρου Γένους», αλλά προβλέπει και αλλογενείς (φιλέλληνες) μετόχους. Ο Φιλήμων διαφωνεί με το όνομά της (επειδή συρρικνώνει το υπερεθνικό επίπεδο στο εθνικό), κάτι που μάλλον αποτελεί ένα ακόμα υπονοούμενο. Ο Ξάνθος κλείνει τα Απομνημονεύματά του με την σημείωση ότι ο Υψηλάντης βιάστηκε να κηρύξει την Επανάσταση. Έτσι η Φ.Φ.Γ.Ε.Ε. δεν πρόλαβε να υλοποιήσει τον στόχο της, κάτι που σημαίνει «τα βρετανικά δάνεια ήταν απαραίτητα». Απομένει η θρυλική ανάδειξη του Υψηλάντη ως αρχηγού της Φιλικής Εταιρείας. Έγινε; Ο τίτλος του είναι Γενικός Επίτροπος [παρά] της Αρχής, αλλά πιο συχνά εμφανίζεται ως Γενικός Έφορος (της Φ.Φ.Γ.Ε.Ε).

Είναι ευνόητο ότι η «μύηση του Αλέξανδρου Υψηλάντη» από τον Ξάνθο είναι φανταστική. Εξυπηρετεί την απόκρυψη του Καποδίστρια. Αναγκασμένος να εξηγήσει, ο Ξάνθος λέει ότι το αφιερωτικό του Υψηλάντη κατατέθηκε στην Μόσχα. Κρατά, δηλαδή και δίνει στην δημοσιότητα το έγγραφο «παράδοσης» της Εταιρείας, αλλά όχι το έγγραφο «παραλαβής» της, το οποίο «έστειλε» στην Μόσχα: «και δους [ο Υψηλάντης] εις τον Ξάνθον ένορκον και έγγραφον ομολογίαν περί της πίστεως και αφοσιώσεώς του (την οποίαν ο Ξάνθος έστειλεν εις τους εν Μόσχα συναδελφούς του Πατζιμάδην και Κομιζόπουλον, παρ’ οις και ευρίσκεται) ανεδέχθη τον τίτλον του Γενικού Επιτρόπου της Αρχής…». Εδώ ο Ξάνθος είναι σε πολύ δύσκολη θέση. Τι να πρωτοκρύψει; Έκανε «αρχηγό» τον Πατζιμάδη για να δικαιολογήσει την υπογραφή του στο συμφωνητικό, αλλά κρύβει τον ρόλο του Πατζιμάδη στην δημιουργία της Φ.Φ.Γ.Ε.Ε. Αυτό που μπορεί να πήρε είναι μια απόδειξη, δηλαδή μια απαλλαγή από τα οικονομικά· και αυτήν δεν μπορούσε να την εμφανίσει. Αν γνωρίζουμε τι δεν έγινε, το ερώτημα είναι τι πραγματικά έγινε;

Αλέξανδρος Κωνσταντίνου Υψηλάντης. Ένας ακόμα «Μέγας Αλέξανδρος» οδηγεί την Επανάσταση με το σήμα του Ιερού Λόχου (ο Χριστός δια του θανάτου νικά τον θάνατο). Η υψηλαντική ιστορία τον φωτίζει περιορισμένα. Η κρατική ιστορία αμήχανα τον τοποθετεί σ’ ένα παράπλευρο κεφάλαιο της Ελληνικής Επανάστασης (της Πελοποννήσου). Η μαρξιστική ιστορία τον αντιμετωπίζει με διάθεση απόκρυψης και ένταξης στον κοραϊσμό.

Η συνέχεια είναι σκοτεινή. Με βάση όσα γνωρίζουμε, εξελίσσεται στην Μόσχα τον Ιούνιο του 1820. Εκεί «οι εταίροι αναγνωρίζουν ως αρχηγό τον Υψηλάντη και συνεισφέρουν χρήματα για την Επανάσταση» [Σπηλιάδης]. Τότε επισημοποιείται το όνομα του αρχηγού της Επανάστασης, το οποίο δεν συμπίπτει με τον διευθύνοντα της Φιλομούσου Εταιρείας. Άλλη η Αρχή, άλλος ο Γενικός Επίτροπος της Αρχής. Στην πράξη βέβαια κι αυτό ελάχιστη σημασία έχει. Ο Υψηλάντης θεωρείται σωστά (αναγκαστικά) ο αρχηγός της Εταιρείας, παρόλο που στέλνει γράμματα λέγοντας ότι η Αρχή τον διόρισε «Γενικό Έφορο» ή «Γενικό Επίτροπο», παρόλο που υπογράφει έγγραφα τα οποία συντάσσονται ως εξής: «Δυνάμει της επιτροπείας και πληρεξουσιότητος ην έλαβον παρά της σεβαστής Αρχής της Εταιρίας των Φιλικών, διορίζω …». Η ιστορία θα αναλάβει -μέσω του Ξάνθου, του Σέκερη, του Λεβέντη- να πείσει ότι η «ΑΡΧΗ» στην οποία αναφέρεται ο Υψηλάντης είναι μια προγενέστερη, πολυμελής (δημοκρατική) ομάδα στην οποία συμμετείχαν οι «τρεις ιδρυτές» και επίλεκτα στελέχη της Εταιρείας. Και ότι αυτή η ΑΡΧΗ «προσέφερε την ηγεσία της Εταιρείας». Πρώτα σ’ έναν που την απέρριψε, ύστερα σ’ έναν που την δέχθηκε.

Ο Υψηλάντης δεν είναι -φυσικά- ο 15ος ή -έστω- ο 16ος της Αρχής. Είναι αυτός που βρισκόταν δίπλα στον Καποδίστρια στην τελετουργική «ίδρυση» της Εταιρείας, στον ορθόδοξο ναό του Αγ. Γεωργίου της Βιέννης την 27-9-1814. Οι Καποδίστριας και Υψηλάντης βρισκόντουσαν στο αριστερό κλίτος, ο τσάρος Αλέξανδρος με την ακολουθία του στο δεξιό κλίτος της Εκκλησίας. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης που προϋπήρχε στην Εταιρεία, εμφανίστηκε λίγο πριν την Επανάσταση στην θέση του Καποδίστρια. Ένα τραγικό λάθος όσων πίεζαν τον Ξάνθο να δώσει «κατάθεση» υπέρ μιας περισσότερο αγγλοστρεφούς Φιλικής, είναι ότι τον άφησαν να συνδέσει την «ιδέα του» για σύσταση Εταιρείας με την Βιέννη! Η σύνδεση αυτή εκτός από εξωπραγματική είναι και χρονικά αδύνατη. Είναι εξωπραγματική, γιατί λέει ότι από το 1770 οι Ξάνθοι έκαναν υπομονή με τους «αδιάφορους χριστιανούς» αυτοκράτορες και το 1814 απηυδισμένοι, αποφάσισαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και να πετύχουν μόνοι τους εκεί που απέτυχαν οι -συνεργαζόμενοι με τους ξένους ηγεμόνες- κοτζαμπάσηδες, πείθοντας τους τελευταίους να ακολουθήσουν την αόρατο αρχή. Είναι χρονικά αδύνατη, γιατί λέει ότι απηύδησαν με τους Συνέδρους της Βιέννης πριν οι Σύνεδροι δηλώσουν αδιάφοροι προς τους Έλληνες. Κι ένα από τα πιο τραγικά σημεία της ελληνικής ιστορίας είναι η «παράδοση» της Εταιρείας από τον Ξάνθο στον Υψηλάντη. Όχι για την θεατρική της απόδοση (δος μοι πρίγκιψ την χείρα σας…), αλλά για την παραμέριση μιας τεράστιας Υψηλαντικής προϊστορίας η οποία κρύβεται, ώστε να αποκτήσει κύρος η παρουσία του Ξάνθου που, αλίμονο, δεν διαθέτει ούτε την αξιόπιστη προσωπικότητα του Σκουφά. Ο Ξάνθος αναγκάζεται να οικειοποιηθεί και το «Εμπορικόν σύστημα Κωνσταντινουπόλεως», αφού εμφανίζει εαυτόν να το συστήνει το 1812 με τους Ηπειρώτες εμπόρους Κροκίδα, Οικονόμου, Μπιζακτζή. Το (πραγματικό) Τίμιο και Φιλογενές Εμπορικόν Σύστημα είναι αυτό που το 1813 διακήρυξε ότι το εμπόριο είναι «το μέσον το οποίον η θεία Πρόνοια μετεχειρίσθη δια να ανεγείρη το Γένος, προσκαλούσα τας Μούσας εις τον πάτριον αυτών Ελικώνα». Τι έκανε μετά την ανάδειξη του Υψηλάντη αυτό το Εμπορικό Σύστημα;

Ξάνθος ή Ρέσσος; Αν το 1821 είχαμε «εθνογένεση» και όχι «εθναφύπνιση» τότε ποιος ΑΝΙΣΤΑΤΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟΝ; Η διαρκής διολίσθηση της Ελληνικής Επανάστασης προς τον κοραϊσμό παρέλειψε να εντάξει κι αυτήν την δραστηριότητα στο «νεωτερικό φως». Ατυχώς, για την νεωτερική σχολή, τα μέσα των ανθρώπινων στοχεύσεων ή πράξεων δεν έχουν θέση ενεργητικού υποκειμένου στην ιστορία. Το αντίθετο

Η παρουσία του Υψηλάντη στην Μόσχα τον Ιούλιο του 1820 σφραγίζεται με την ιστορική προκήρυξη για την έκδοση της Φιλοκαλίας, ώστε «να εξαλειφθεί το όνειδος της αμάθειας». Οι Φιλογενείς έμποροι και λόγιοι εκδίδουν την «Ελληνική Φιλοκαλία» λέγοντας: «Ιδού συν Θεώ αγίω, ομογενείς αδελφοί, ηνέωκται και ημίν [ξεκίνησε και για μας] στάδιον φιλογενείας και επιδείξεως εις ένδειξιν της ελληνικής ημών προαιρέσεως και εις βεβαίωσιν των ανά πάσαν την Ελλάδα γενναίων αισθημάτων προς φωτισμόν και βελτίωσιν του Ελληνικού Γένους. Η ιερά φωνή της αγίας ημών Εκκλησίας κηρύττει προς άπαντας τους Ορθοδόξους ομογενείς, ους και βεβαιοί με όλους τους ιερούς λόγους δια την προ πολλού μελετωμένην έκδοσιν της Ελληνικής Φιλοκαλίας, εις δεκαέξ τόμους διηρημένην. Η έκδοσις αύτη, ομογενείς αδελφοί, η εγνωσμένη εις το Γένος δια της προκηρύξεως, μας υπόσχεται με όλους τους αποχρώντας λόγους ότι θέλει εξαλείψει το όνειδος της αμαθείας.* Εις εκτέλεσιν του κοινωφελούς τούτου έργου απαιτούνται μεν και άλλα πολλά, αλλά μεταξύ πάντων η κατά τόπους ελπιζομένη αδρά και γενναία συνδρομή των φιλογενών συνδρομητών, δια της οποίας αποδεικνύεται και δι’ έργων η προθυμία εκάστου, ως λέγει και η αγία Γραφή: Δείξόν σου την πίστιν σου εκ των έργων σου. Η πατρίς, ομογενείς και ορθόδοξοι Αδελφοί, γνωρίζουσα την εκ ταύτης της εκδόσεως ωφέλειαν, επαναλαμβάνει και πάλιν τα αυτά περί των αυτών, ένθα και λέγει προς τα γνήσιά της τέκνα, ως κοινή μήτηρ παρρησιαζομένη: Τέκνα μου αγαπητά: ενθυμηθήτε, ότι η έκδοσις των ιερών τούτων βιβλίων είναι αναγκαιοτάτη και επωφελεστάτη. Ενθυμηθήτε, ότι η πρώτη πατρική ημών κληρονομία είναι και νομίζεται η μάθησις. Ενθυμηθήτε, ότι κατά χρέος ιερόν και απαραίτητον πρέπει να ευρίσκωνται σεσημειωμένα τα αξιοσέβαστα υμών ονόματα εν τω γενικώ καταλόγω των φιλογενών και φιλοκάλων συνδρομητών, προς αιώνιον μνήμην και αξιέπαινον τοις μεταγενστέροις παράδειγμα. Ενθυμηθήτε τέλος πάντων, ως ορθόδοξοι Χριστιανοί, τας εν τω καιρώ του αγίου βαπτίσματος και Κατηχήσεως αυτοπροαιρέτους και ενόρκους υμών υποσχέσεις περί των ιερών καθηκόντων και κοινών συμφερόντων».

Από τους Κολλυβάδες στους Φαναριώτες με την άδεια των Ρωμαιοκαθολικών. Το κείμενο των Νικόδημου Αγειορίτη και Μακάριου Κορίνθου πέρασε ανώνυμα στον πρίγκιπα Ιω. Μαυρογορδάτο και τυπώθηκε στην Βενετία το 1782

Η Φιλοκαλία συνδέει ευθέως και επίσημα -πλέον- την φιλοκαλική αναγέννηση των Κολλυβάδων με την Ελληνική Επανάσταση. Πρόκειται για την σύνδεση του επικείμενου κράτους με το χριστιανικό του παρελθόν. Αυτό που συστηματικά δυσφημεί η πλευρά του Κοραή ως «Βυζάντιο». Ο Φιλήμων σημειώνει ότι τα αντίτυπα της προκήρυξης στέλνονταν στις Εφορίες με διαταγή του Υψηλάντη και την επισήμανση «αι ημέραι πονηραί εισί», εννοώντας την εχθρική διπλωματία και την ξένη κατασκοπεία. Λέει ακόμα ότι στο χειρόγραφο που κατείχε, στο σημείο του αστερίσκου η φράση συνέχιζε ως εξής: «και ούτε θέλει έχει χώραν εις το εξής η άδικος κατηγορία εκείνων, όσοι πολλάκις και πολυτρόπως εκήρυξαν και εν πολλοίς εβεβαίωσαν, ότι προ πολλών αιώνων εξέλιπον από τους απογόνους των Ελλήνων και η γλώσσα και τα ήθη και ο ελληνικός χαρακτήρ».

Με την αναφορά αυτή ο Φιλήμων ανατρέπει πλαγίως όσα λέει ευθέως. Συνδέει την εκκίνηση της αφήγησής του (τ.Α΄, 1859), δηλαδή το Συνέδριο της Βιέννης με την παρέμβαση του Lips και τον διάλογο Καποδίστρια-Μέτερνιχ περί λήψεως μέτρων υπέρ των Ελλήνων. Ο Μέτερνιχ απαντά πως δεν γνωρίζει ελληνικό έθνος, παρά μόνον Τούρκους υπηκόους. Η απλουστευμένη αυτή απόδοση σημαίνει πως η τεκτονική Ευρώπη ακυρώνει τις κρυφές υποσχέσεις και τις φανερές διακηρύξεις που έκανε την περίοδο των Ναπολεόντειων πολέμων. Όσοι πολέμησαν κατά του Ναπολέοντα δεν θα απολαύσουν νέα πολιτικά δικαιώματα. Ελληνικό έθνος με την οικουμενική (χριστιανική) διάσταση δεν υφίσταται. Κάθε εξέγερση «Ελλήνων» θα αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο της νομιμότητας των εθνικών κρατών. Δηλαδή, οι υπάρχουσες αυτοκρατορίες Αυστρίας και Μ. Βρετανίας δεν αναγνωρίζουν την [επαν]ίδρυση ενός υπερεθνικού κράτους ούτε καν στο ευρωπαϊκό τμήμα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (Δούναβις-Μαύρη θάλασσα-Αιγαίο-Ιόνιο-Αδριατική). Με άλλα λόγια, η χριστιανική πίστη δεν αποτελεί νομιμοποιητική βάση δημιουργίας κράτους, αλλά παράμετρο κρατικά ελεγχόμενη.

Με ακόμα πιο απλά λόγια, το Συνέδριο της «Παλινόρθωσης» μόνον τέτοιο δεν ήτανε. Από αυτούς που πολέμησαν τον Ναπολέοντα, μόνον η Ρωσία φαίνεται να είχε ιδεολογική αντίθεση. Γι αυτό και από την αρχή του Συνεδρίου ο Γάλλος Ταλλεϋράν, ανεξάρτητα από τις επιδιώξεις που μπορεί να είχε ο Λουδοβίκος 18ος, εκπροσωπούσε την αντιρωσική πολιτική συμμαχία με Αυστρία και Βρετανία. Αυτά (και πολύ περισσότερα) τα γνώριζε ο Καποδίστριας, που ήθελε απεγνωσμένα, αλλά αδυνατούσε να έχει την Γαλλία ως σύμμαχο στο φανερό πολιτικό πεδίο. Φαινομενικά η ανίερη συμμαχία δυο βασικών νικητών και της ηττημένης Γαλλίας αφορούσε στον κίνδυνο ηγεμονίας της Ρωσίας στην μισή Ευρώπη. Πίσω, δηλαδή, από τις κρατικές οντότητες υπήρχε ένα ευρύτερο πλέγμα συμμάχων και αντιπάλων. Αμφότεροι οι αντίπαλοι βρίσκονταν οργανωμένοι σε υπόγεια διεθνή δίκτυα, ο προθάλαμος των οποίων ήταν η -γενικόλογα ανώδυνη και πολιτικά ακαθόριστη- μασονία. Στην πραγματικότητα, η φράση του Μέτερνιχ συμπυκνώνει την υποχώρηση της χριστιανικής δύναμης μέσα στο τεκτονικό κίνημα και την ισχυροποίηση του διεθνοποιημένου αγγλικού τεκτονισμού. Ο τελευταίος δεν δηλώνει μεν ανοιχτά την αντιχριστιανική του ταυτότητα, αλλά υποστηρίζοντας τις εθνικές Επαναστάσεις των «χριστιανικών λαών», αντιτίθεται στο χριστιανικό έθνος που διεκδικεί κράτος με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη. Το 1814 η τεκτονική πλειοψηφία θέτει μια πρόκληση κρυφής χαιρεκακίας στους επαναστάτες: Μόνοι σας, αν μπορείτε [οι Γραικοχριστιανοί]. Αν τα καταφέρετε, σας αναγνωρίζουμε. Ποιος σηκώνει το γάντι της πρόκλησης; Και ποιον επαναστατικό στόχο θέτει;

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

This entry was posted in Uncategorized. Bookmark the permalink.