Η δεκάτη Απριλίου της Ελληνικής Επανάστασης (μέρος Α’)

Ανήμερα του Πάσχα, την 10η Απριλίου 1821 (με το παλιό ημερολόγιο) ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ εκτελείται από τον Σουλτάνο ως προδότης του Οθωμανικού κράτους. Ο αφορισμός των κορυφαίων της Επανάστασης από τον Πατριάρχη και η λύση του όρκου των Φιλικών για όλους όσους τον είχαν δώσει, έγινε για να αποφευχθεί ο φετφάς της γενικής σφαγής των χριστιανών. Ωστόσο, δεν ήταν αρκετός για να συγκρατήσει το μένος του Σουλτάνου που καθυστερημένα έμαθε το μερικό σχέδιο της Επανάστασης που αφορούσε στον εμπρησμό του στόλου, στην δολοφονία του και στην εξέγερση των Ελλήνων μέσα στην ίδια την πρωτεύουσα του Οθωμανικού κράτους. Ο Πατριάρχης απαγχονίζεται αμέσως μετά το «Χριστός Ανέστη» στην κεντρική πόρτα του Πατριαρχείου και ο γιαφτάς που κρεμιέται στο στήθος του περιγράφει την ενοχή του. Ο αφορισμός αυτός είχε προβλεφθεί από τον αρχηγό της Επανάστασης, τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Είχε ειδοποιηθεί ο Κολοκοτρώνης. Η εξέγερση του Μωρηά δεν κινδύνευε από τον αφορισμό, αφού υπήρχε το προηγούμενο του 1804 που είχε ζήσει ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης κι αφού η συμμετοχή του Πατριάρχη στην Επανάσταση ήταν γνωστή σε όλους από το 1819. Στάθηκε όμως μοιραία για την εξέλιξη στην Μολδοβλαχία. Μαζί με την αποκήρυξη του τσάρου, ο αφορισμός της Επανάστασης αποτέλεσε για ορισμένα κεντρικά πρόσωπα όπως ο Βλαδιμιρέσκου, την πρόφαση για αποστασιοποίηση από την Επανάσταση των Ορθοδόξων. Δυστυχώς, αποτελεί ακόμη την πρόφαση για αρκετούς σημερινούς ιστορικούς που προσποιούνται ότι δεν είδαν και δεν κατάλαβαν ή ότι είδαν αλλά κατάλαβαν διαφορετικά. Είναι κρίμα, αλλά έτσι συμβαίνει, ιδιαίτερα επειδή το θέμα κρίνεται μέσα στην διάρκεια της εξέλιξής του. Και εφόσον το θέμα του 1821 δεν έχει λήξει, πολλοί από όσους γνωρίζουν, προτιμούν να περιγράφουν την έναρξή του με κριτήριο την επιθυμητή λήξη του.

Από δω και πέρα μιλούν τα έγγραφα. Ο Γρηγόριος Ε΄ δεν μετέχει απλώς στην Επανάσταση. Έχει αρχηγικό ρόλο (πώς θα μπορούσε να μην έχει ο αρχηγός του έθνους;) και συνειδητά θυσιάζεται για την επιτυχία της. Το 1819 και το 1820 στο πλαίσιο της «νέας» Φιλικής Εταιρείας που προέκυψε μετά τον θάνατο του Σκουφά, αποστέλλονται από την Αρχή και από τον Γενικό Έφορο Υψηλάντη απόστολοι όπως ο Περραιβός, ο Παππάς, ο Θέμελης με συστατικά γράμματα του Πατριάρχη. Ιδιαίτερος ζήλος απαιτείται για την προσχώρηση των Μανιάτικων οικογενειών στην Εταιρεία, αφού αυτές είχαν προϊστορία ουσιαστικής συμμετοχής στον γαλλικό τεκτονισμό. Το γράμμα του Πατριάρχη θα χρησιμοποιήσει ο Χριστόφορος Περραιβός για να υπογράψουν τελικά οι οικογένειες Μαυρομιχάλη, Γρηγοράκη και Τρουπάκη όρκο φιλίας και κοινής δράσης υπέρ του Γένους στο όνομα «της αγιωτάτης και ορθοδόξου ημών πίστεως» .

Έγγραφα όπως αυτό είτε αποσιωπώνται, είτε ερμηνεύονται στο πλαίσιο «ο Πατριάρχης αγνοούσε τι σήμαιναν οι λέξεις ΕΛΛΗΝΟΜΟΥΣΕΙΟ, ΣΧΟΛΕΙΟ, ο Πατριάρχης έπεσε θύμα του Αφθονίδη και του Σέκερη». Φυσικό είναι, ότι οι ίδιοι ιστορικοί τοποθετούν την ΦΙΛΙΑ της ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ στο κοσμικό και όχι στο χριστιανικό πλαίσιο. Κυρίως όμως, επιμένουν ότι το φώς (του διαφωτισμού) είναι αντίρροπο στο «χριστιανικό σκότος» και ότι ο Καποδίστριας ενδιαφερόταν μόνον για την παιδεία των Ελλήνων, γι’ αυτό και διηύθυνε την «ΦΙΛΟΜΟΥΣΟ ΕΤΑΙΡΕΙΑ».

Μια εβδομάδα πριν την εκτέλεσή του, την Κυριακή των Βαΐων, ο Πατριάρχης, γνωρίζοντας το τέλος του, απαντούσε προς όσους τον προέτρεπαν να φύγει για να σωθεί:

Σήμερον των Βαΐων ας φάγωμεν εις το τραπέζι τα ψάρια του γιαλού, και παρεμπρός, εντός ίσως της εβδομάδος, ας φάγουν και αυτά από ημάς

Λίγους μήνες πριν και ενώ ο Υψηλάντης αναδείχθηκε αρχηγός της Επανάστασης, ο Πατριάρχης έστειλε μέσω του Ιωάννη Παπαρρηγόπουλου επιστολές στον Ζωσιμά και στον Υψηλάντη. Στον πρώτο τόνιζε την λέξη «βοήθεια» και στον δεύτερο την λέξη «φρόνηση». Ο Ζωσιμάς  έστειλε 20.000 ρούβλια στον Πατριάρχη και ο Υψηλάντης διέταξε τους Παναγιώτη Σέκερη και Κυριακό Κουμπάρη να έχουν στην διάθεση του Πατριάρχη πλοίο έτοιμο να αποπλεύσει. Ο Πατριάρχης αρνήθηκε τα χρήματα και εξήγησε στους Σέκερη και Κουμπάρη:

Περί μεν της συντηρήσεώς μου ουδέποτε έλαβα ή θα λάβω ανάγκην χρημάτων. Περί δε της ζωής μου ουδέποτε εφοβήθην. Βοήθειαν δεν απήτησα και την φρόνησιν συνεβούλευσα μόνον υπέρ του έθνους

10 Απριλίου 1821. Ο αρχηγός του Γένους Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ εκτελείται ως προδότης του Οθωμανικού κράτους.

Τρεις μήνες μετά τον απαγχονισμό του Γρηγορίου Ε΄, ο Σουλτάνος απαντούσε προς την Ρωσία, η οποία είχε θέσει τελεσίγραφο στην Πύλη να σταματήσουν οι σφαγές των αμάχων, οι καταστροφές των ναών και να αποσυρθούν τα στρατεύματα από την Μολδοβλαχία. Στην απάντηση ο Σουλτάνος δικαιολογείται στον τσάρο ότι η δράση του ήταν αναγκαία, επειδή ο Πατριάρχης ήταν «κορυφαίος της αποστασίας».

Σε απάντηση του Σουλτάνου προς τον διαμαρτυρόμενο Ρώσο πρέσβη Στρογκανώφ επιβεβαιώνεται ο εκβιασμός της Πύλης προς τον Πατριάρχη: Ή αφορίζεις όλους όσους συμμετέχουν στην Επανάστασή σου ή σφάζουμε όλους τους Έλληνες.

 

This entry was posted in Uncategorized. Bookmark the permalink.

9 Responses to Η δεκάτη Απριλίου της Ελληνικής Επανάστασης (μέρος Α’)

  1. Παράθεμα: Η δεκάτη Απριλίου της Ελληνικής Επανάστασης (μέρος Α’) | Delving into History ® _ Periklis Deligiannis

  2. Ο/Η Σ. Αλειφαντής λέει:

    Α. «Το 1819 και το 1820 στο πλαίσιο της «νέας» Φιλικής Εταιρείας που προέκυψε μετά τον θάνατο του Σκουφά»—Ποια είναι η «παλιά» Φιλική Εταιρία;

    Β. Υπερβολική ερμηνεία είναι η συμμετοχή του Πατριαρχη στην προετοιμασία της Επανάστασης. Τα στοιχεία είναι αποσπασματικά και υπάρχουν σοβαροί λόγοι ότι ΠΟΛΙΤΙΚΑ ο Πατριάρχης δεν θα υπερέβαινε το θεσμικό πλαίσιο του αλλά επιπλέον είναι απόλυτα σίγουρο ότι δεν είχε ιδέα για την έκταση των μυήσεων. Προφανώς και «άτυπα» ήταν συνδεδεμένος με την ρωσική πολιτική, σ’ αυτήν προσέβλεπε, επικοινωνούσε και κατανοούσε ως ομόδοξος φαναριώτης και φυσικά πρόσφερε την «αιγίδα» σε συνωμοτικές κινήσεις «χριστιανικής» φροντίδας αλλά μέχρι εκεί. Δεν είχε «αρχηγικό» ρόλο και μάλλον δεν «ήθελε να ξέρει» τίποτε σχετικό. Στάση Αναμονής κρατούσε όπως κάθε φαναριώτης με θεσμικό ρόλο. Η παραδοσιακή προσέγγιση για τον ρόλο του είναι βασικά σωστή. Προφανώς και υπήρξε θύμα της Σουλτανικής οργήςγια το 1821, όπως άλλωστε πολλοί φαναριώτες και χωριά όπως οι Κυδωνιές κ.α.

    Γ. Πράγματι ο αφορισμός δεν είχε επίδραση στον Μοριά, ακριβώς γιατί το Πατριαρχείο είχε χάσει κάθε υπόληψη στην γενιά αυτή των Κλεφτών. Αντίθετα π.χ. ο Ανανίας στα Ορλωφικά ή ακόμη και ο πολιτικάντης ΠΠ Γερμανός είχαν μεγάλη επιρροή και υπόληψη, ακόμη και ως πολιτικοί αντίπαλοι. Ο Κολοκοτρώνης (αν και θεοσεβούμενος) είναι απολύτως τεκμηριωμένο ότι δεν είχε σε καμία υπόληψη το Πατριαρχείο, το οποίο το θεωρούσε οθωμανικό θεσμό και υπεύθυνο για την εξόντωση της φαμίλιας του στον Μεγάλο Διωγμό των Κλεφτών. Το ίδιο θεωρούσε και συγκεκριμένους κοτζαμπάσηδες, χωρικούς και μονές – ειδικά με τους πρώτους, όμως, η φάρα του και γενικά οι Κλέφτες) ήταν σε αντιπαλότητα/συνεργασία και ως εκ τούτου θεωρούσε «θεμιτή» την αντίδραση τους απέναντι του. Η πολιτική ηγεμονία της Επανάστασης μ’ αυτήν την έννοια δεν είχε «διακύβευμα» φαναριώτικό αλλά απελευθερωτικό – αποτίναξης της οθωμανικής κυριαρχίας. Τώρα αν την πολιτική ηγεμονία υφάρπαξε μια «παράταξη» της διάταξης δυνάμεων και επικράτησε μια «ισορροπία» διεθνών επιρροών μέχρι την δολοφονία του Καποδίστρια, αυτό είναι θέμα πολιτικών συσχετισμών.
    Δ. ο «εθνικός» ρόλος του Πατριαρχείου ήταν υπαρκτός και κινείτο στο πλαίσιο της «ελληνο-ορθοδοξίας» και των φαναριώτικων αντιλήψεων ή προσδοκιών για κατάλυση/αντικατάσταση/υποκατάσταση της οθωμανικής κυριαρχίας – το Πατραιρχείο ούτε ήταν ή θα μπορούε να είναι επαναστατικό κέντρο και το περισσότερο θα έβλεπε ευνοϊκά αλλά προσεκτικά και επιφυλακτικά τις ρωσικές φλοδοξίες.

    • Ο/Η Σ. Ζυγούρας λέει:

      Και τα τέσσερα θέματα που βάζετε, συνδέονται και αφορούν στο γενικό ερώτημα ποιος και γιατί οργανώνει και υλοποιεί την Επανάσταση του 21; Ποιος σκλάβος μπορεί να εναντιώνεται σε «400 ετών σκλαβιά»; Οι απαντήσεις είναι δυο: ο εθνικός Γραικός των Κοραή-Φαρμακίδη (που θεωρεί την σκλαβιά πολύ μεγαλύτερη) ή ο υπερεθνικός Έλληνας των Καποδίστρια-Υψηλάντη.

      Ποιος από τους δυο φαίνεται παρών στις κινητοποιήσεις του 1787 (ρωσοαυστριακός πόλεμος κατά Οθωμανών), στον Ρήγα, στον Κατσώνη, στην Ιόνια Πολιτεία 1800-1807 , στις κινητοποιήσεις Νικοτσάρα, Βλαχάβα; Ποια είναι η φαναριώτικη και η Ρωσική συμμετοχή στα προηγούμενα που διαδραματίζονται στο πλαίσιο (όχι στο περιθώριο) μιας μεγάλης ευρωπαϊκής κινητικότητας και οδηγούν στους Ναπολεόντειους πολέμους;

      Ποια είναι η «Φιλική της Οδησσού»; Αν αυτή ουδέποτε υπήρξε (εκεί οδηγούν τα γνωστά στοιχεία Ξάνθου-Λεβέντη-Σέκερη…), τότε το ελληνο-σερβο-βλαχο-βουλγαρικό (κλπ) σχέδιο είναι η μόνη εξήγηση στην οποία παραπέμπει η «Φιλική της Βιέννης» (1814). Αποτελεί συνέχεια των προηγούμενων και ενεργοποιείται το 1816 με δυο πόλους (ρωσικό και αγγλικό) που συγκρούονται μέχρι τον θάνατο του Σκουφά. Μετά απ’ αυτόν, η σύγκρουση γίνεται σφοδρότερη, αλλά παραμένει στο παρασκήνιο ως το 1823. Οι «απώλειες» Σκουφά και Γαλάτη ανοίγουν τον δρόμο για την θεωρία της Οδησσού (εξέγερση των ελληνόφωνων από την βάση για την δημιουργία εθνικού κράτους). Από το ποια «δεν είναι σίγουρα» η Φιλική, πρέπει να περάσουμε στο «ποια μπορεί να είναι» και γιατί η ίδια κρύβει την ταυτότητά της και πλάθει -ως ένα σημείο- την ιστορία που απεμπλέκει τους εμπλεκόμενους (Φανάρι, ρωσική πολιτική, Υψηλάντες-Καποδίστριας).

      Εξαρτάται δηλαδή από το πώς βλέπει κανείς ένα σκηνικό ευρύτερο σε χρόνο και χώρο, που δεν μπορεί να παρουσιάζει τεράστιες αντιφάσεις και ασυνέχειες. Επειδή τέτοια σχόλια δεν εξαντλούνται, ενδεικτικά παραπέμπω εδώ https://karavaki.wordpress.com/2017/07/26/dionisio-de-roma/ όπου υπάρχουν περισσότερες παραπομπές.

      • Πράγματι, «εξαρτάται δηλαδή από το πώς βλέπει κανείς ένα σκηνικό ευρύτερο σε χρόνο και χώρο, που δεν μπορεί να παρουσιάζει τεράστιες αντιφάσεις και ασυνέχειες» και θα έλεγα ότι η διάκριση » ο εθνικός Γραικός των Κοραή-Φαρμακίδη ή ο υπερεθνικός Έλληνας των Καποδίστρια-Υψηλάντη» έχει την σημασία της ως πολιτισμική «ταυτότητα», αλλά διατηρώ σοβαρές επιφυλάξεις τόσο για την «γενίκευση» όσο και αναφορικά με το κρίσιμο θέμα της τεκμηρίωση, για το ζήτημα της «προσέγγισης» (το λεγόμενο «focus of inquiry»).
        Αντιλαμβάνομαι, ότι το blog δεν μπορεί να υποκαταστήσει ένα συγκροτημένο κείμενο τεκμηρίωσης και οι ορθές αναφορές σας σε ιστορικά δεδομένα ασφαλώς είναι ενδεικτικά μόνο υποστηρικτικές της «ερμηνευτικής» άποψης («δηλαδή από το πώς βλέπει κανείς»). Πόσο μάλλον που η περίοδος της «Εταιρίων των Φίλων» αποτελεί έναν ιστορικό ζητούμενο, όπως άλλωστε και ο προ-επαναστατικός Καποδίστριας. Τώρα, το ότι έχουμε μια ευρύτερη περίοδο «επαναστατικών» διεργασιών στον ελληνικό χώρο ως μέρος του Ανατολικού ζητήματος, που (αν θέλουμε να βάλουμε μια χρονολογική κυρίως – και όχι «ιδεολογικο-πολιτική» τομή ή «επιρροή») θα εστιάζαμε στις μετά την Γαλλική Επανάσταση ευρωπαϊκές συνθήκες (χονδρικά από το 1800 και μετά). Έχει όμως μια σημασία για την ουσιαστική διερεύνηση να γνωρίζουμε «ποιο» συγκεκριμένο θέμα ερευνάται και «ποιά» συγκεκριμένα τεκμήρια είναι όχι μόνο διαθέσιμα, αλλά και επαρκή για ένα συγκροτημένο συμπέρασμα (αυτό «δεν μπορεί να παρουσιάζει τεράστιες αντιφάσεις και ασυνέχειες» όπως σωστά το θέτετε).

        Όπως είχα αναφέρει και στο e-mail, tο ζήτημα του «ιδεολογικού πυρήνα» της Εταιρίας στον οποίο αναφέρεστε, σαφώς έχει «φαναριώτικα» («ελληνο-ορθοδοξία») χαρακτηριστικά αλλά, κατά την γνώμη μου, ούτε αποκλειστικά είναι, ούτε σταθερά, καθώς υπόκεινται και αυτά στην σύμφυτη με την προ-επαναστατική διεργασία πολιτική (και διεθνή) ρευστότητα συνθηκών, αντίληψεων, επιδιώξεων αλλά και πρωτίστως πράξεων πάνω στις οποίες θεμελιώνονται επιλογές δράσης. Αξίζει φυσικά να διερευνηθεί παραπέρα τόσο το θέμα του του «ιδεολογικού πυρήνα» της Εταιρίας, όσο και ταυτότητα και μετεξέλιξη της «φαναριωτικής» ιδεολογίας (ή και πολιτικών επιδιώξεων), τουλάχιστον εκείνου του τμήματος που τείνει προς την διεκδίκηση κάποιου είδους «χειραφέτησης».

        Από ότι κατάλαβα με τον όρο « «νέα» Φιλικής Εταιρείας που προέκυψε μετά τον θάνατο του Σκουφά» (1818-1820) προφανώς αναφέρεστε στην «μεταβατική» περίοδο μέχρι την ανάληψη του Αλ. Υψηλάντη ως Γενικού Επιτροπου της Αρχής, που όντως αποκτά πλέον ολοένα και περισσότερο πιο έντονα τα χαρακτηριστικά προετοιμασίας της Εξέγερσης, υπεκεράσοντας τις αρχικές επιφυλάξεις του Τσακάλωφ («στάση αναμονής»-1818) που πρόκρινε ως μεταβατική δράση την συλλογή πληροφοριών με σκοπό την εκτίμηση της κατάστασης και των συνθηκών για εξέγερση (σε αντιστοιχία ίσως με τους προβληματισμούς του Εατρικού «κύκλου της Μάσχας» /Ζωσσιμάδες, Ριζάρης, Τσακάλωφ, κλπ), του θανάτου του Αλ. Μαυροκορδάτου/Φιραρή και προηγούμενως του Κ. Υψηλάντη, και ενδεχομένως και αβεβαιότητων του ίδιου του Καποδίστρια – αν θέλουμε να επιμέινουμε σε «υποθέσεις εργασίας»).

        Όπως και νά εχει, το θέμα της ίδρυσης είναι ανοικτό και ορθά αναζητάται πρωταρχικά στον ομογενειακό «κύκλο της Μόσχας» ή, ευρύτερα, της ρωσικής επικράτειας – κύκλος που, κυρίως, αποτελείται από εμπορευόμενους και φαναριώτες. Παρατήρησα μια εκταμένη αναφορά στον Α. Φραντζή με προφανή σκοπό να υπογραμμιστεί μια εναλλακτική «ερμηνευτική» κατεύθυνση στην παραδοσιακή προσέγγιση της Εταιρίας. Το κυρίως, όμως, ζητούμενο είναι να τεκμηριωθεί η αξιοπιστία των πληροφοριών του Φραντζή, όπως ακριβώς ζητούμενο είναι να τεκμηριωθεί η αξιοπιστία των πληροφοριών Φιλήμονα-Ξάνθου-Αναγνωστόπουλου, κ.α. Προφανώς, οι ρωσικές επιδιώξεις, η ρωσική πολιτική «προστασίας των ομοδόξων» και μεθοδεύσεις, όπως και οι φαναριώτες/πατριαρχείο της Πόλης, αντιπροσώπευαν μια «προσέγγιση» απέναντι στο «Ανατολικό ζήτημα» και στο «είδος»¨της επίλυσης του.

        Ωστόσο, δεν θα συμφωνήσω με την ερμηνεία ότι η Φιλική Εταιρία «ενεργοποιείται το 1816 με δυο πόλους (ρωσικό και αγγλικό) που συγκρούονται μέχρι τον θάνατο του Σκουφά» . Θεωρώ ότι η Φιλική Εταιρία αλλά και η λαΪκή βάση της είχε πάντα έναν και μοναδικό «πόλο» : το «ρωσικό προσανατολισμό» της, για την ακρίβεια την αναμονή και σύνδεση της Εξέγερσης με τις αντι-οθωμανικές επιδιώξεις και τον ρωσο-τουρκικό πόλεμο. Αν όχι για τίποτε άλλο παρα για τον λόγο ότι ήταν ζώσα η ρωσική πολιτική «προστασίας των ομοδόξων», παρά το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο Αλέξανδρος Α’ ήδη από το Συνέδριο της Βιέννης είχε de facto (όχι de jure) αποδεχθεί το εδαφικό SQ της οθωμανικής αυτοκρατορίας προς όφελος ενός ρωσικού «ευρωπαϊκού» ρόλου (αγγλο-αυστριακό πρόκριμα της Τετραρχίας/Πενταρχίας και την ρωσικής έμπνευσης «Ιερά Συμμαχία») – ρωσική πολιτική που εκφράστηκε ανάγλυφα στα 1816 και στις οδηγίες του Τσάρου (δια χειρός του απογοητευμένου Καποδίστρια) στον Γρ. Στρογκάνοφ !!

        Επομένως υπάρχουν δύο απόλυτα διακριτά ζητήματα : η ρωσική πολιτική και η απόψεις της «Φιλικής Εταιρίας» (εκτός θεωρηθεί, όπως ισχυρίζονται κάποιοι ότι την Εταιρία ήταν κατασκεύασμα και όργανο του Τσάρου, που δεν ισχύει ακόμη κια δεχθούμε ότι π.χ. ο Γαλάτης μπορεί να ήταν παράλληλα σε «διατεταγμένη» υπηρεσία – δες: Πρωτοψάλτης – όταν «απελάθηκε» στις Ηγεμονίες). Πράγματι, ο «ρωσικός προσανατολισμός» της Εταιρίας, τεκμηριωμένα, ήταν μια γεωπολιτική «ομπρέλα», που στέγαζε την «προ-επαναστατική» προετοιμασία της «Εταιρίας των Φιλικών» (ή του Καποδίστρια) για την οργάνωσης μιας Εξέγερσης «με τις Δικές μας Δυνάμεις».

        Προσωπικά, έχω υποστηρίξει ως «κρίσιμο στοιχείο» για τον χαρακτήρα της Εξέγερσης του 1821 το γνώρισμα «με τις Δικές μας Δυνάμεις» και τεκμηριωμένα η «χειραφέτηση» αυτή οδηγεί στις στρατιωτικές επιτυχίες, οι οποίες de facto διεθνοποίησαν το «ελληνικό ζήτημα», δηλ. το κατέστησαν ΜΕΡΟΣ του διεθνούς (αγγλο-ρωσικού κυρίως) ανταγωνισμού της εποχής, πρακτικά ένα ανεπιθύμητο πρόβλημα «πολέμου ή ειρήνης» μεταξύ των Μ. Δυνάμεων. Αυτό το «κρίσιμο στοιχείο» κατέστησε νικηφόρα της Επανάσταση με αυτήν ακριβώς την έννοια: την αυθύπαρκτη στους διεθνείς συσχετισμούς, και όχι ως τοπική υποκίνηση και εξάρτημα των επιδιώξεων και της διπλωματίας των Μ. Δυνάμεων στην προ των Ναπολεόντιων πολέμων εποχή. Έτσι, στα 1825-26 η συμβιβαστική (μεταξύ των Μ. Δυνάμεων) επίλυση του «ελληνικού ζητήματος» θα απέτρεπε (ή, τελικά, θα περιόριζε) τις επιπτώσεις ρωσο-οθωμανικού πολέμου στο SQ των Στενών – κάτι που δεν έγινε εφικτό στην ρωσική παρέμβαση μ’ αφορμή την κρίση της Ανατόλιας που προκάλεσαν οι νίκες του «στασιαστή» Ιμπραήμ Πασά (Συνθήκη του Χούνκιαρ – Ισκελέζι).

        Επόμενως αν κάτι «άλλαξε» κυρίως στα 1819 (και εφόσον δεχθούμε την συμμετοχή του ίδιου του Καποδίστρια στις διεργασίες της Φιλικής Εταιρίας) είναι το πρόκριμα μιας Εξέγερσης «με τις Δικές μας Δυνάμεις» έναντι της αναμονής ρωσικών πρωτοβουλιών στο Ανατολικό ζήτημα.

        Και αυτό εκφράζεται ή και δείχνει μια ώριμη στροφή του Καποδίστρια με τα λόγια του ιδίου προς τον Ρώμα: «… η αναγέννησις και η αληθής ανεξαρτησία ενός λαού δεν δύναται να είναι, ειμή το μόνον και ίδιον έργον του. Η εξωτερική βοήθεια δύναται να την στερεώση, ουδέποτε να την δημιουργήση. Αι ημέτεραι Ιονικαί ατυχίαι καταδεικνύουν αρκετά την μεγάλην ταύτην αλήθειαν. Αν η ημετέρα ανεξαρτησία δεν προήρχετο εκ περιστάσεων αλλοτρίων και εξωτερικών, αι αλλότριαι και εξωτερικαί περιστάσεις δεν θα ήθελον μας την αρπάσει». Δύσκολα, πράγματι, θα μπορούσαμε να φανταστούμε περιεκτικότερη δήλωση των εθνικών ελληνικών προτεραιοτήτων του Καποδίστρια,
        σε μια εποχή που παρέμενε ακόμα στην υπηρεσία του ρώσου Αυτοκράτορα !!
        (https://www.academia.edu/24834337/O_%CE%99%CE%A9%CE%91%CE%9D%CE%9D%CE%97%CE%A3_%CE%9A%CE%91%CE%A0%CE%9F%CE%94%CE%99%CE%A3%CE%A4%CE%A1%CE%99%CE%91%CE%A3_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%97_%CE%95%CE%98%CE%9D%CE%95%CE%93%CE%95%CE%A1%CE%A3%CE%99%CE%91_%CE%A4%CE%9F%CE%A5_%CE%9C%CE%91%CE%A1%CE%A4%CE%97_1821._%CE%A4%CE%A1%CE%95%CE%99%CE%A3_%CE%95%CE%A0%CE%99%CE%A3%CE%A4%CE%9F%CE%9B%CE%95%CE%A3_%CE%A3%CE%A4%CE%9F%CE%9D_%CE%94%CE%99%CE%9F%CE%9D%CE%A5%CE%A3%CE%99%CE%9F_%CE%A1%CE%A9%CE%9C%CE%91_IOANNIS_KAPODISTRIAS_AND_THE_GREEK_UPRISING_OF_MARCH_1821_THREE_LETTERS_TO_DIONYSIOS_ROMAS._)

        Η διερεύνηση της Φιλικής Εταιρίας, δεν σημαίνει φυσικά ότι η όποια «ιδεολογία» της και ακόμη περισσότερο η δυναμική της ως επαναστατική δύναμη, δεν συγκρούστηκε και ηττήθηκε από τους αντιπάλους της λόγω των συσχεστισμων δυνάμεων μετά το 1821 και των διεθνών παρεμβάσεων. Αυτό είναι έναν διακριτό ζήτημα προς διερεύνηση ως προς την διάταξη των επαναστατικών δυνάμεων του 1821.

        Επιτρέψτε μου μερικές παρατηρήσεις ως «τροφή για σκέψη»:
        Στα κείμενα σας, αναφορικά με τον «διακήρυγμένο» σκοπό της Εξέγερσης του 1821 αντιδιαστέλεται «ελληνική» με την «διεθνική χριστιανική» Εξέγερση ή, αν κατανόησα ορθά, υποστηρίζετε ότι η Εξέγερση του 1821 συνιστά την απόπειρα έναρξης μιας ευρύτερης «διεθνικής χριστιανικής» Εξέγερσης «την επανάσταση των Ρωμαίων, δηλαδή των Χριστιανών με στόχο την ίδρυση / ανασύσταση ενός πολυεθνικού Χριστιανικού Κράτους με κέντρο την Κωνσταντινούπολη» . Μια, κατά βάση, «φαναριωτική» αντίληψη για το «Ανατολικό ζήτημα», που προφανώς «συνέπλεε» αλλά δεν «ταυτιζόταν» με τις ρωσικές επιδιώξεις. Πράγματι, η «ακυβερνησία» της Επανάστασης, οι αντιπαραθεσεις και εμφύλιες συγκρούσεις οδήγησαν στις περιπλοκές και στην διεθνή επιρροή που περιγράφετε, ωστόσο τα διαθέσιμα (ιδεολογικά κατά βάση) τεκμήρια που αναφέρεστε, θεωρώ ότι δεν επαρκούν για αυτήν την αντιδιαστολή.

        Πράγματι η σύγκρουση, (κατά την γνώμη αποκαλούμενη συμβολικά και καθ’ οικονομία έκφρασης), «Φοίνικα-Αθηνάς» ισχύει και η διάταξη δυνάμεων (εσωτερική αφενός και αφετέρου διεθνή) επίσης ισχύει. Δεν τεκμαίρεται, όμως, από τις πράξεις και αντιλήψεις των δρώντων η αντιδιαστολή του («μεγαλο-ιδεατικού»;) σκοπού του 1821, ιδιαίτερα μάλιστα όταν πράγματι, φυσικά πριν τον 1ο Εμφύλιο, η de facto στρατιωτική επικράτηση της Εξέγερσης κατέστη εφικτή ΜΟΝΟ στον Μοριά και την Στερεά. Αλλά με το ξέσπασμα της Εξέγερσης ακόμη κι αν υπήρχε μια διακηρυγμένη ή υποβόσκουσα πολιτική αντίληψη ή έστω ιδεολογικός χαρακτήρας στην ηγεσία της Φιλικής ή και σε μεγάλο μέρος της λαϊκής βάσης της, η αρχική «επιδίωξη» αυτή θα συναρτάτο όχι μόνο με την άμεση έναρξη ρωσο-οθωμανικού αλλά και με την επίτευξη αποτελέσματων, που τουλάχιστον θα ήταν κοντά στο «ρωσικό σχέδιο» μιας νέας «βαλκανικής τάξης» που εισηγήθηκε ως υπουργός εξωτερικών ο Καποδίστριας στον Αλέξανδρο Α’ στα 1816 ή στο αντίστοιχες επιδιώξεις που πρότεινε ο ίδιος στον Νικόλαο Α’ στα 1828 στο πλαίσιο ρωσικών διαβούλευσεων για τον πολιτικό στόχο του επικείμενου ρωσο-οθωμανικού πολέμου. Όμως, όπως σωστά επισημαίνετε, και οι εσωτερικοί συσχετισμοί των πολιτικών δυνάμεων και οι διεθνείς επιδιώξεις «συνέκλιναν» στην επίλυση του «ελληνικού ζητήματος» χωρίς να θιχθεί το SQ των Στενών.

        Φυσικά, το θέμα του «προ-επαναστατικού» Καποδίστρια και το θέμα της δημιουργίας της «Εταιρίας των Φιλικών» παραμένει ένα ανεξερεύνητο πεδίο έρευνας (από το οποίο κάθε λογής ιδεολόγημα, «κοσμικό» ή «θρησκευτικό» αλιεύει ένα ερμηνευτικό πλαίσιο για να στηρίξει τις παρελθούσες και κυρίως σύγχρονες πολιτικές σκοπιμότητες). Εικασίες και υποθέσεις εργασίας μπορεί να κάνει ο καθένας όσες επιθυμεί, φυσικά το ζητούμενο βρίσκεται στο πόσο ισχυρή είναι η τεκμηρίωση της όποιας ερμηνείας (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο όρος «ερμηνεία» νομιμοποιεί κάθε ισχυρισμό αντί της απτής τεκμηρίωσης). Είναι όμως ευτύχημα, που ακόμη απσχολεί τον ακαδημαϊκό διάλογο και ευφυείς ερευνητές και παραμένει ζωτική παράμετρος αναζωγόνησης του δημόσιου προβληματισμού με όρους χειραφέτησης.

  3. Ο/Η ΣΤΕΛΙΟΣ ΑΛΕΙΦΑΝΤΗΣ λέει:

    ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ: Ο γνωστός δαίμων (η πιο … βολική δικαιολογία για ένα «βιαστικό» και «φλύαρο» γράψιμο επισημάνσεων) είναι υπεύθυνος για συντακτικά και συλλαβικά λάθη.Ωστόσο οφείλω μια βιβλιογραφική διόρθωση: «…δεν ισχύει ακόμη κι αν δεχθούμε ότι π.χ. ο Γαλάτης μπορεί να ήταν παράλληλα σε «διατεταγμένη» υπηρεσία – δες: Μωραϊτίνης-Πατριαρχέας – όταν «απελάθηκε» στις Ηγεμονίες)».Ευχαριστώ για την ανοχή.

    • Ο/Η Σ. Ζυγούρας λέει:

      Η «φλυαρία» σ’ ένα θέμα σαν κι αυτό είναι αναπότρεπτη ως ένα σημείο και ο προφορικός λόγος των σχολίων δεν είναι πρόβλημα κ. Αλειφαντή.

      Ως προς την ουσία: το κεντρικό ζητούμενο δυο αιώνες μετά παραμένει ο ΣΤΟΧΟΣ της Επανάστασης. Σ’ αυτό, μόνον σύγκλιση δεν υπάρχει. Όλοι, φυσικά, μιλάνε για «τεκμηρίωση», όμως τα τεκμήρια είναι τόσο πολλά, αντιφατικά και -ταυτόχρονα- τόσο λίγα, ώστε κάποιος με την κατάλληλη επιλογή, μπορεί να παρουσιάσει μια οποιαδήποτε λογικοφανή ερμηνεία της Επανάστασης. Άρα, είναι σαν να μην μπορούμε να βγάλουμε άκρη, κάτι που ως ένα σημείο είναι σωστό. Η λογική του «μετριασμού» ή του «μέσου όρου» δεν είναι -βέβαια- λύση, άρα το μόνο που μένει, είναι να εξετάσουμε ΟΛΟ το διαθέσιμο υλικό και το τελικό αποτέλεσμα να έχει τις λιγότερες δυνατές αντιφάσεις και ασυνέχειες.
      Η σύγκρουση εντός της «Επανάστασης» (1821-29) έχει δυο πόλους. Οι πόλοι αυτοί συνεχίζουν να συγκρούονται ως σήμερα (σε κοινωνικό επίπεδο) εντός του ελληνικού κράτους. Η σύγκρουση αυτή διαπιστώνεται και στο προεπαναστατικό επίπεδο που συνηθίσαμε να λέμε «ίδρυση της Εταιρείας – Έκρηξη της Επανάστασης», αλλά και στο επίπεδο του διαφωτισμού (των διαφωτισμών). Είναι μια σύγκρουση που εκφράζει δυο κοσμοαντιλήψεις απολύτως αντίθετες μεταξύ τους. Οι αντιλήψεις αυτές κρύβονται και μετασχηματίζονται μέσω φίλτρων, καταλήγουν δε σε συνθήματα «ελευθερίας» και «ισότητας» που διαμορφώνουν τάσεις κρατικής συγκρότησης. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο γίνονται και η Αμερικανική και η Γαλλική Επανάσταση και οι Επαναστάσεις της Κ. και Ν. Αμερικής.

      Όταν λοιπόν βλέπουμε το «1821» ως εθνικό γεγονός (με την στενή έννοια) και ως μέτοχοι ενός εθνικού κράτους στο οποίο απλώς και μόνον στόχευε η Επανάσταση, τότε περιορίζουμε την έρευνα και την ερμηνεία της, επειδή τα υπάρχοντα τεκμήρια δείχνουν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Όλα αυτά ήταν απαραίτητα -ας πούμε- ως το 1922. Μεσολάβησε μια άκρως οδυνηρή περίοδος 1942-49. Μετά όμως το 1979 και το 2009 δεν έχουμε -πιστεύω- άλλα περιθώρια εθνικοπαραδοσιακών και νεομαρξιστικών ερμηνειών. Η Επανάσταση δικαιολογημένα έχει πολλαπλές ερμηνείες που κατατάσσονται σε δυο μεγάλες κατηγορίες, όμως δεν μπορεί να ήταν (η Επανάσταση) δυο αντίθετα πράγματα ταυτόχρονα, παρά μόνον στο επίπεδο της προσωρινής ανάγκης.

      Αυτό λοιπόν που λείπει από τις έως σήμερα διαπραγματεύσεις είναι η προσπάθεια ερμηνείας των μυστικών σχημάτων (εταιρειών/στοών) που οργάνωναν τις Επαναστάσεις. Λείπει η ένταξη των κρατικών πολιτικών στις διεθνείς τάσεις που αντιπροσώπευαν τα μυστικά σχήματα. Λείπει βέβαια και εκείνη ο ολιστική διαπραγμάτευση που δεν θα τοποθετούσε προκαταβολικές ετικέτες ψυχολογικού τύπου πάνω σε τάσεις και ιδεολογίες, ούτε θα παρέλειπε ολόκληρα ιστορικά κεφάλαια. Λείπει δηλαδή η ταύτιση Εταιρείας και Επανάστασης. Δεν είναι δυνατόν αυτοί που συγκρούονται στην Επανάσταση να είναι διαφορετικής άποψης από αυτούς που συγκρούονταν στην Εταιρεία. Δεν είναι δυνατόν να ζούμε με ερμηνείες που εντάσσουν τον Ρώμα στην Επανάσταση του Ξάνθου και εξηγούν την σύγκρουση του 24 ως μάχη Ρουμελιωτών-Μωραητών ή στρατιωτικών-πολιτικών. Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για μια Επανάσταση που οργανώνεται σε ρωσικό έδαφος από «Έλληνες» που έχουν δυτικό πρόταγμα και όταν αυτή ξεσπάει, η Ρωσία να δηλώνει ανήξερη και οι μελετητές να το προσπερνούν. Δεν είναι δυνατόν να παραμένει ανερμήνευτο το γεγονός ότι καλείται (μετά μανίας, από την μια πλευρά των αντιμαχομένων) ο Καποδίστριας να αναλάβει την διακυβέρνηση Επανάστασης και κράτους την οποία καταδίκαζε και αυτός και ο πολιτικός του προϊστάμενος. Πολύ δε περισσότερο, δεν είναι δυνατόν να θεωρείται «ελληνική» (δηλ. ελληνόφωνη) επανάσταση, αυτή στην οποία επεμβαίνουν αργότερα οι «ξένοι». Ποιος είναι ξένος με την Επανάσταση; ο τσάρος Αλέξανδρος ή ο Τζώρτζ Κάνινγκ; ο Σατωβριάνδος ή ο Εϋνάρδος; Λείπει όμως και το είδος της βρετανικής παρέμβασης από τον Μπένθαμ, καθώς και το αναποδογύρισμά της -ως ένα σημείο- από τον Ρώμα.

      Και λίγο πιο εξειδικευμένα:

      «Νέα» Φιλική θεωρώ την σταθεροποίηση ενός μυθικού προπλάσματος που θα αναδειχθεί το 1834 ως ιστορία του Φιλήμονα. Η φυσική απώλεια του Σκουφά που προέρχεται από το κέντρο του Φοίνικα, την Μόσχα, δίνει την ευκαιρία στην αντίπαλη παράταξη να προσπαθήσει να εμφανίσει την Φιλική ως εταιρεία του Γκίλφορντ, όχι του Καποδίστρια-Υψηλάντη (δηλ. τσάρου). Αυτά τα περιγράφει με εξαιρετικά μισόλογα και υπονοούμενα ο Φιλήμων, που δεν αφηγείται για να αντιστρέψει κακόβουλα, αλλά για να κρύψει αυτά που δεν πρέπει να φανερωθούν. Η Εταιρεία «ιδρύεται» στην Βιέννη, στο πλαίσιο «ο τσάρος είναι ο βασικός εξολοθρευτής του Ναπολέοντα και της Γαλλικής Επανάστασης, άρα ο πρώτος τη τάξει μεταξύ των χριστιανών βασιλέων». Η απελευθέρωση του Ναπολέοντα θα αλλάξει αυτόν το συσχετισμό, στον οποίο ήδη το 1814 υπάρχει «όχι» από τους χριστιανούς βασιλείς (αυτό που προσωποποιείται στον Μέτερνιχ). «Όχι» -πλέον- σε μια υπερεθνική επανάσταση, άρα η μόνη δυνατή συσκευασία που μπορεί να υποστηριχθεί διεθνώς είναι η ΕΘΝΙΚΗ, που θα στοχεύει στην ίδρυση κράτους με Εθνική Εκκλησία. Από κει και μετά, με δεδομένη την πολιτική υποβάθμιση της Γαλλίας ως το 1818, το παιχνίδι παίζεται με δυο βασικούς παίκτες: Βρετανία και Ρωσία. Αυτές οι δυνάμεις παίζουν το χαρτί της Εταιρείας των Φίλων (των Μουσών), δηλαδή της βιτρίνας της Φιλικής. Η Φιλόμουσος είναι διχασμένη, το ίδιο θα διχαστεί και η Φιλική. Γκίλφορντ και Καποδίστριας φαινομενικά συνεργάζονται, ουσιαστικά ο καθένας δουλεύει για τον σκοπό της δικής του ομάδας. Ο Φιλήμων δεν μπορεί να πει αυτό που θα πει ο Φραντζής. Όμως ο Φραντζής αντιπροσωπεύει μια προσωπική αποτύπωση, ενώ ο Φιλήμων εκφράζει το Υψηλαντικό, το Καποδιστριακό στοιχείο και καθοδηγείται από τον Ρώμα.

      Οι θεωρούμενες πρωτεύουσες άμεσες πηγές είναι του Ξάνθου, του Σέκερη και του Λεβέντη. Από τις αντιφάσεις, τα περίεργα ή τις αποκαλύψεις τους μπορεί κάποιος να βγάλει κάποια άκρη, αν τα συσχετίσει με όσα άλλα επίσημα έγγραφα υπάρχουν. Ποιος έχει αναφερθεί μετά το 2002 στον Ξάνθο; Τα όσα περιέχονται στο αρχείο του είναι διαφωτιστικά για το τι απέκρυπτε το 1835 και το 1845. Γιατί ο «κατάλογος Σέκερη» και οι επιστολές του πρωτοδημοσιεύτηκαν το 1967; Γιατί τα στοιχεία ξεκινούν το 1818; Εκεί δεν επαναβεβαιώνεται η συμμετοχή του Πατριάρχη την οποία ούτε ο Ξάνθος αρνείται; Όσο για τον Λεβέντη, αυτός (και η κόρη του) ακολουθούν το μοντέλο Ξάνθου, αποκρύπτοντας όσα συσχετίζουν την Εταιρεία με τον Καποδίστρια και τον Τσάρο Αλέξανδρο.
      Αναφερθήκατε σωστά σε «ανατολικό ζήτημα». Πώς είναι δυνατόν να οριοθετηθεί η Επανάσταση όταν πολλοί ορίζουν την «Ανατολή» ΕΚΤΟΣ του ελληνικού πολιτισμού;
      Αναφερθήκατε σε ορισμένες μελέτες. Ο Μωραϊτίνης αξιολογεί τον Νικ. Υψηλάντη με ευαγγέλιο τον Ξάνθο ως το 1845. Θεωρεί ως δεδομένο ότι ο Ξάνθος οραματίζεται και δρομολογεί μια Επανάσταση. Από πού προκύπτει αυτό; Μ’ αυτό ως οδηγό και ο Γαλάτης αντιστρέφεται. Φαίνεται ότι μυείται στην Οδησσό και μετά μυεί την Μόσχα. Η ένταξη του Γαλάτη στην Φιλόμουσο δεν αξιολογείται. Ο Ξάνθος λέει ότι έφτιαξε μια Εταιρεία που απευθύνθηκε δυο φορές στον Καποδίστρια κι εκείνος την απέπεμψε. Λέει ότι πρώτα φτιάχνεται ένας επαναστατικός μηχανισμός και μετά αναζητείται αρχηγός και σχέδιο δράσης. Αυτό είναι το πλέον παράδοξο στοιχείο της Ιστορίας και ο Ξάνθος αναγκάζεται να το πει. Το διαψεύδει, εκτός της κοινής λογικής και των άλλων στοιχείων και το δικό του αρχείο που -ευτυχώς- διασώθηκε.

      Αναφερθήκατε και στον Αρς. Ο Αρς αξιοποιείται από την νεομαρξιστική σχολή, επειδή θεωρεί ως δεδομένο το γνωστό αξιωματικό πλαίσιο «εθνική επανάσταση=πρόοδος μέσω φιλελευθερισμού και κοινοβουλευτικού κράτους». Με αυτό ως οδηγό, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να ερμηνεύει κατά το δοκούν τα στοιχεία.

      Στο άρθρο για τον Ρώμα όπου παρέπεμψα, έχω μια συνοπτική κριτική για τον Βλαχόπουλο τον οποίο κι εσείς μελετήσατε.

      Σε όλες τις περιπτώσεις, τα πρόσωπα στριμώχνονται μέσα σε προκαθορισμένο πλαίσιο. Ποιος απ’ αυτούς αναρωτιέται τι έκανε ο Καποδίστριας το 1803, το 1807 και το 1811 για να το συνδυάσει με όσα ο ίδιος φέρεται να λέει μέσω Ξάνθου ή σε όσα λέει στο υπόμνημα του 1826; Είναι αυτό που ο Δημαράς έσπευσε να διευρύνει ως «αυτοβιογραφικό», δηλαδή την άποψη του Λάσκαρι.

      Αν πιστεύουμε ότι το 1814 ο Ξάνθος είχε μια «ιδέα» και το 1844 ο Κωλέττης είχε μια «μεγάλη ιδέα», τότε άκρη δεν βγαίνει. Θα καταλήξουμε να θεωρούμε ακόμα και τις συνθήκες ως ανεξάρτητες από τους ανθρώπους (θεωρία των ανεκμετάλλευτων υδραίικων κεφαλαίων και του άνεργου ναυτικού δυναμικού που μετά το 1818 εντάσσεται κατά κύματα στην Φιλική Εταιρεία). Με άλλα λόγια: πού έμαθε ο Καραμανλής Α΄ ότι οι «Έλληνες» υπήρξαν υπόδουλοι των Ρωμαίων (λατίνων), των Βυζαντινών (χριστιανών) και των Οθωμανών; Στους πνευματικούς απογόνους του Καποδίστρια ή του Κοραή;

      Ευχαριστώ ιδιαίτερα για την παρέμβαση. Δεν θεωρώ ως σημαντικότερο να δούμε πού συμφωνούμε ή διαφωνούμε, αλλά να αποκλείσουμε κατ’ αρχήν ορισμένα θέσφατα του παρελθόντος, τόσο της παράδοσης, όσο και της νεωτερικότητας.

  4. Η λέξη «συγκεκριμένο» εκφράζει άριστα ερευνητική εργασία. Μεθοδολογικά, τουλάχιστον από άποψη αυστηρής τεκμηρίωσης, οφείλουμε να εξακριβώσουμε την αξιοπιστία των συγκεκριμένων τεκμηρίων για συγκεκριμένα (επιμέρους) ζητήματα, να τα συσχετίσουμε μεταξύ τους και να τα συνδέσουμε συγκεκριμένα με το συγκεκριμένο πλαίσιο συνθηκών. Αυτό, από μόνο του, είναι όγκος επίμονης επίπονης εργασίας.

    Αυτό, στην περίπτωση της Εταιρίας των Φιλικών και του προ-επαναστατικού Καποδίστρια, δεν έχει οδηγήσει σε μια γενική «λογικοφανή ερμηνεία» αλλά σε ακριβή συμπεράσματα επί των συγκεκριμένων ζητημάτων, που βεβαίως χαρακτηρίζονται από μια περιορισμένη, στέρεα βάση δεδομένων αλλά ταυτόχρονα και από την ανάδειξη σημαντικών κενών – πρακτικά έχουν θέσει περισσότερα ερωτήματα από απαντήσεις που δίνουν. Ακριβώς αυτή είναι η κύρια συνεισφορά τους: η επισήμανση του τι (ακόμη) δεν γνωρίζουμε !!

    Φυσικά, αν το ζητούμενο δεν είναι μια «κοσμοθεωρητική» προσέγγιση για να υπηρετήσει τις παρελθούσες και παρούσες πολιτικές σκοπιμότητες οποιασδήποτε απόχρωσης. Τα συμπεράσματα, ακόμη και επί συγκεκριμένων ιστορικών ζητημάτων, προφανώς αναδεικνύουν πολιτικές επιδιώξεις και ιδεολογικές ταυτότητες, σε συμφωνία ή αντίθεση με αντίστοιχες του τότε ή του σήμερα, τις οποίες οι εκάστοτε πολιτικοί συσχετισμοί (ή και τακτικές) προβάλλουν ή υποβαθμίζουν υπηρετώντας τις επιδιώξεις τους. Το ζητούμενο του ερευνητή δεν είναι αυτό, ακόμη κι αν ο ερευνητής – πράγματι επιλέγει – θεμιτά να διερευνήσει ένα ζήτημα από μια συγκεκριμένη «κοσμοθεωρητική» προβληματική (όπως, για παράδειγμα, της δική σας, ή της νεωτερικότητας ή της παράδοσης ή οποιαδήποτε άλλης). Το ζητούμενο του είναι πάντα να τεκμηριώσει απαντήσεις στα ερωτήματα που ο ίδιος θέτει.

    Έχει επομένως μια κεντρική σημασία να υπάρχει συναντίληψη για τα ερωτήματα που ερευνώνται, δηλαδή, να μιλάμε με ακρίβεια για τα ίδια πράγματα, να έχουμε τα ίδια ερευνητικά ενδιαφέροντα. Μια εικασία, μια «υπόθεση εργασίας» ή ακόμη μια διαισθητική ολιστική αντίληψη ενός ιστορικού «πάζλ» πολλές φορές είναι χρήσιμη ακόμη και ως «κατευθυντήρια» σκέψη, αλλά δεν παύει να είναι «πάζλ», καθώς από το «πάζλ» τα «κομμάτια που λείπουν» δεν επαρκούν να την τεκμηριώσουν. Πράγματι, όταν έχεις δύο όχθες ενός ποτάμιου που το συνδέει μια γέφυρα, από την οποία λείπει το μεσαίο τμήμα της, εύλογα μπορείς να «μορφοποιήσεις» το απών τμήμα της γέφυρας που ενώνει τα δύο άκρα της – πρακτικά έχεις κάνει μια τεκμηριωμένη συσχέτιση. Δεν υπάρχει πλέον εικασία και η «υπόθεση εργασίας» έχει επιλυθεί. Φυσικά, ένα κείμενο blog περιορίζεται σε συμπεράσματα αλλά και (το πλέον χρήσιμο) στην ανάδειξη τεκμηρίων που έχουν υποτιμηθεί ή παραγνωριστεί υπέρ κάποιων «θεσφάτων» διαφόρων αποχρώσεων ή σκοπιμοτήτων.

    Ας δούμε, λοιπόν, αποκλειστικά ως «υπόθεση εργασίας», επομένως μερικά «θέσφατα», με βάση ορισμένα συμπεράσματα της ερευνητικής εργασίας. Ας αποκλειστούν ορισμένα από αυτά τα «θέσφατα»:

    Α. Ο Ξάνθος δεν ανήκει στον ιδρυτικό πυρήνα της Εταιρίας των Φίλων και η εταιρική δράση του αρχίζει μετά την μετάβαση των Σκουφά-Τσακάλωφ στην Πόλη. Ο Ξάνθος «μαρτυρά» μόνο όσα γνωρίζει, όσα έχει «ερμηνεύσει» από περιστασιακές και αποσπασματικές πληροφορίες για την Εταιρία προ της μετακίνησης της στην Πόλη. Και φυσικά, στην μετα-επαναστατική Ελλάδα, ο πένητας Ξάνθος υπερασπίζεται την μετά το 1818 πατριωτική δράση του επιδιώκοντας, όπως πλήθος αγωνιστών, την αναγνώριση και αποκατάσταση του. Σ’ αυτό το πλαίσιο γράφει τις «μαρτυρίες» του στα 1835 και 1845, που είναι όντως αποκαλυπτικές για τον ρόλο του.

    Β. Οι Σκουφάς-Τσακάλωφ (με την αντίστροφη σειρά: Τσακάλωφ- Σκουφάς) μετέχουν στον ιδρυτικό πυρήνα της Εταιρίας των Φίλων, που τεκμηριωμένα εστιάζεται στον λεγόμενο ομογενειακό «κύκλο της Μόσχας». Θα έλεγε κανείς ότι σημαντικό μέλημα θα ήταν να προσδιοριστούν ποιοι ακριβώς είναι οι ανήκοντες σ’ αυτόν τον κύκλο και σε γενικές γραμμές τα ονόματα των ομογενών είναι γνωστά, όπως και η «ομπρέλα» δεν μπορεί να είναι άλλη από τον «Φοίνικα» του Φιραρή – και η ύπαρξη του «Φοίνικα» φαίνεται να είναι διακριτή από την «Ελληνική Εταιρία»/«Φιλική Εταιρία», καίτοι ως σύλληψη και επιλογή δηλώνεται ότι ήταν «προϊόν» επεξεργασιών του «Φοίνικά» και ειδικά του Φιραρή. Ωστόσο, αυτά και άλλα ερωτήματα χρήζουν τεκμηριωμένων απαντήσεων, που είναι ένα κρίσιμο ζητούμενο.

    Γ. Η Εταιρία των Φίλων (της Μόσχας) είναι «όργανο» του Αλέξανδρου Α’ με την κυριολεκτική έννοια του όρου, δηλ. είναι μια «κατασκευή» δική του, ή έχει αυτοτελή, ανεξάρτητο χαρακτήρα, ακόμη κι όταν συμπλέει και επενδύει στην τσαρική πολιτική στο Ανατολικό ζήτημα; Είναι ένα σημαντικό ερώτημα, ακόμη και στην περίπτωση που (κατά την γνώμη μου, δεν ισχύει) ο Αλέξανδρος Α’ να είχε μόνο μια γενική γνώση της ύπαρξης της ή ακόμη και να προσπάθησε να την αξιοποιήσει για τους δικούς του σκοπούς. Άλλο de jure και άλλο de facto ενότητα σκοπού στην δράση.

    Δ. Η Εταιρία των Φίλων (της Μόσχας) μπορεί να συλλήφθηκε στην μήτρα του «Ελληνικού Σχεδίου» της Μ. Αικατερίνης αλλά γεννήθηκε στα σπάργανα του ρωσικού «ευρωπαϊκού ρόλου» του Αλέξανδρου Α’. Μπορεί η Μ. Αικατερίνη να προόριζε τον Κωνσταντίνο, δεύτερο εγγονό της και αδελφό του Αλέξανδρου Α’, για «αυτοκράτορα» στην Πόλη, αλλά αυτός έζησε και πέθανε ως Μ. Δούκας της ρωσικής Πολωνίας. Στην χώρα, δηλαδή, όπου ο Παύλος Α’ οικοδόμησε την αντίληψη του ρωσικού ρόλου στην (δυτική) Ευρώπη, στην χώρα όπου στον Παύλο Α’ προσφέρθηκε και άρπαξε την ευκαιρία να κάνει «όργανο» της ρωσικής πολιτικής του εξαιρετικά ισχυρού πανευρωπαϊκά «Κυρίαρχου Τάγματος των Ιπποτών του Αγ. Ιωάννη» της Μάλτας με όχημα την «χριστιανική αδελφοσύνη», εξέλιξη που οδήγησε τον ρωσικό στόλο και πάλι στην Ανατολική Μεσόγειο και τελικά (με τακτικού χαρακτήρα σύμπραξη με τον Σουλτάνο) στα Επτάνησα, όπου γεννήθηκε μέσω ρωσο-οθωμανικών διεργασιών στην Πόλη το ρωσικού προσανατολισμού, πρώτο «ελλαδικό κράτος» στις πρώην βενετικές κτήσεις, από τις οποίες εκδιώχθηκαν οι Δημοκρατικοί Γάλλοι του Ναπολέοντα. Το συμπέρασμα του Καποδίστρια από αυτήν την συγκλονιστική εμπειρία της διεθνούς ρευστότητας, επιτρέψτε μου να το επαναλάβω, ήταν με τα λόγια του ιδίου προς τον Ρώμα: «… η αναγέννησις και η αληθής ανεξαρτησία ενός λαού δεν δύναται να είναι, ειμή το μόνον και ίδιον έργον του. Η εξωτερική βοήθεια δύναται να την στερεώση, ουδέποτε να την δημιουργήση. Αι ημέτεραι Ιονικαί ατυχίαι καταδεικνύουν αρκετά την μεγάλην ταύτην αλήθειαν. Αν η ημετέρα ανεξαρτησία δεν προήρχετο εκ περιστάσεων αλλοτρίων και εξωτερικών, αι αλλότριαι και εξωτερικαί περιστάσεις δεν θα ήθελον μας την αρπάσει» !! Κι αυτό, το «με τις Δικές μας Δυνάμεις» θεωρώ ότι πρωτίστως χαρακτηρίζει την Εταιρία των Φίλων, τόσο στα 1814 όσο και στα 1819.

    Ε. Η εσωτερική εξέλιξη της ίδιας της Φιλικής, οι επιδιώξεις και τα διλήμματα της είναι το κατεξοχήν ζητούμενο της προ-επαναστατικής περιόδου 1816-1819 – στο μεταίχμιο της στροφής της προς την προετοιμασία της ελλαδικής, κατά βάση, εξέγερσης και της μαζικοποίησης της. Είναι, ίσως, η δεύτερη «σκοτεινή» (θα έλεγα κατεξοχήν «συνωμοτική») περίοδος, πέρα από την εντελώς «σκοτεινή» περίοδο των συνθηκών της ίδρυσης της. Είναι όμως και η περίοδος που έχουμε αρκετά στοιχεία να αξιολογήσουμε, όχι πρωθύστερα υπό το φώς των γεγονότων μετά την έναρξη της εξέγερσης, αλλά τα στοιχεία αυτής της περιόδου.

    Πιθανόν να παρατηρήσει κανένας ότι δεν γίνεται αναφορά στην προ-επαναστατική περίοδο 1820-1821 και ο λόγος είναι ότι αυτή θέτει μια σειρά διαφορετικού χαρακτήρα ζητήματα, που κατά την γνώμη μου, είναι διακριτά από τα προηγούμενα και εκτιμώ ότι ρίχνουν «πρωθύστερο» βάρος τους στην θέαση των προηγουμένων. Επομένως μια συνεκτίμηση προϋποθέτει καταρχήν ξεχωριστή εξέταση και μετέπειτα την απόπειρα μια σύνθεσης με στις διαστάσεις της συνέχειας και της μετεξέλιξης.

    Σ’ ένα blog διαλόγου για το ζήτημα της Φιλικής, επαναλάβω «καταχρηστικά» ίσως, το πλέον χρήσιμο είναι η ανάδειξη συγκεκριμένων τεκμηρίων/πηγών που έχουν υποτιμηθεί ή παραγνωριστεί σε συγκεκριμένες πτυχές.

  5. Παράθεμα: Εις την Ελλάδα η Πατρίς και η Θρησκεία είναι εν και το αυτό (Louis Pierre Édouard Bignon) | Το καραβάκι της ιστορίας

  6. Παράθεμα: Πώς μας θωρείς ακίνητος – Άκρα του τάφου σιωπή | Το καραβάκι της ιστορίας

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.