Μάνη & Αόρατος Αρχή

Ο “Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης” του Αθανάσιου Συροπλάκη

Μια αξιοπρόσεκτη, πλην καταδικασμένη προσπάθεια απεγκλωβισμού από τη μέγγενη της αξιωματικά προκαθορισμένης Επανάστασης

Στέργιος Ζυγούρας

Μια αξιοσημείωτη προσπάθεια απεγκλωβισμού από το πανεπιστημιακό στερεότυπο στο θέμα του 21 έκανε ο νέος ιστορικός του ΑΠΘ Αθανάσιος Συροπλάκης. Με το βιβλίο “Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης” από τις εκδόσεις Μεταίχμιο επιχείρησε να δώσει μια βιογραφία ενός πρωταγωνιστή της Επανάστασης στον οποίο η ιστορία εμφανώς -και διαχρονικώς- κομπιάζει. Το βιβλίο δεν διεκδικεί δάφνες μιας αναλυτικής παρουσίασης, βασισμένης σε αρχειακό υλικό και πρωτότυπα τεκμήρια. Στοχεύει στη συνοπτική αλλά πολύπλευρη παρουσίαση του Μανιάτη ηγέτη ο οποίος έπαιξε βασικότατο ρόλο όχι μόνο στον πόλεμο (1821-29), αλλά και πριν και μετά την λήξη του. Κι αν, με απόλυτα κριτήρια, δεν καταφέρνει πολλά, έχει αξία να δούμε την διαδρομή της.

Πολύ θετική είναι η ανάδειξη στοιχείων που δεν ακούγονται συχνά, όπως ποιο ήταν το διοικητικό καθεστώς της Μάνης μετά τα Ορλωφικά, ποιος ήταν ο “Σιουκιούρμπεης”, ποιο ήταν το καθεστώς των ομήρων που οι μπέηδες της Μάνης έστελναν στην Πόλη ως εγγύηση νομιμοφροσύνης προς τον Σουλτάνο. Η προσπάθεια απεγκλωβισμού από τα τετριμμένα είναι ξεκάθαρη. Πλην όμως …

Το εγχείρημα καταπνίγεται κατ’ αρχήν στο θέμα “Φιλική Εταιρεία – ειδικές συνθήκες και δυσκολίες προσχώρησης του Π. Μαυρομιχάλη” που -στο βάθος- δεν είναι άλλο, από το θέμα της παγιωμένης ομογνωμίας για την ταυτότητα της Εταιρείας. Το αφήγημα της Οδησσού αφήνει παράμερα μείζονα ερωτήματα που για άλλη μια φορά δεν διατυπώνονται. Στην περίπτωση αυτή: ποιος είναι αυτός ο “ισχυρός ηγέτης” της Μάνης που “δεν θα ανεχθεί τον κυβερνήτη Καποδίστρια” αλλά “ανέχεται και προσχωρεί στην Επανάσταση του Τσακάλωφ”; Πώς είναι δυνατόν πρώτα να μυείται και ύστερα να έχει επιφυλάξεις που σχετίζονται με την “Αόρατο Αρχή”; Πρόκειται για τη γνωστή θεωρία της προτεραιότητας των ανωνύμων της Οδησσού που “μυούν” τη επώνυμη Μόσχα και δεν εκπορεύονται απ’ αυτήν. Η θεωρία αυτή κλείνει τα μάτια στην κοινωνική-πολιτική κατάσταση του 18ου αιώνα, ανεχόμενη τις προφανείς αντιστροφές: ο Σκουφάς “μυεί” τον Αθ. Σέκερη, συνεπώς, ο Γαλάτης “μυεί” τον Μαυροκορδάτο φιραρή, ο Αριστείδης τον Ρώμα και ο Καμαρινός τον Π. Μαυρομιχάλη.

Πρέπει να παραδεχθούμε ότι το θέμα δεν έχει λύση με αυτές τις διατυπώσεις. Ακόμα κι αν δείξουμε πως οι τελευταίοι που δικαιούνται να πιστοποιούν τις μυήσεις είναι ο Ξάνθος και ο Μέξας, μένει ένα κενό για το πώς διατηρείται στην ιστορία τόσο μεγάλη διαστροφή των γεγονότων. Η “συνολική ένταξη των Μανιατών” συνδέεται από τον Αθ. Συροπλάκη με την μεσολάβηση του Πατριάρχη, παρότι το πλαίσιό της δεν αναφέρεται.[1] Όμως, η Συμφωνία των Κιτριών δεν συσχετίζεται με την επίσκεψη του Καποδίστρια στην Κέρκυρα και την προηγούμενη συνάντησή του με τον Περραιβό, πράγμα που αφήνει άπλετο περιθώριο σε παρερμηνείες των γεγονότων του 1831. Η οικογένεια Μαυρομιχάλη έχει ζωγραφιστεί ως μια απ’ αυτές που λύνουν τα πολιτικά θέματα με τα όπλα. Κάθε αντίφαση δικαιολογείται με τον πιο απίθανο τρόπο. Ο Καποδίστριας είναι ικανός να χειρίζεται τον Μέτερνιχ και τον Ταλλεϋράνδο, όχι όμως και τον Μαυρομιχάλη. Ό,τι κι αν του πουν οι πρώτοι παραμένει ψύχραιμος, αν όμως διαβάσει κάτι που σχετίζεται με τον τελευταίο, τότε ενεργεί με το θυμικό και ο μέγας διπλωμάτης μετατρέπεται σε ημιάγριο εμπορομανάβη.[2]

Τα μάτια κλείνουν και στην σχέση Καποδίστρια / Ρωσίας – Αλή πασά, με αποτέλεσμα το 1821 να στηρίζεται στην “τύχη του Υψηλάντη” να συμπίπτει η δράση του με την αποστασία του Αλή. Η ιστορία επιμένει σε καταφανώς αναληθείς ισχυρισμούς όπως ο σκοπός της μετάβασης του Ξάνθου στη Ρωσία και η ανάδειξη του Υψηλάντη σε αρχηγό της Εταιρείας!, έτσι δηλαδή όπως στήθηκε η γενική αφήγηση στα μέσα του 19ου αιώνα.[3]

Όλο αυτό το περίεργο / απίθανο οικοδόμημα της πανεπιστημιακής ιστορίας θα μπορούσε να συνοψιστεί σε διαφορετικές εκδοχές φράσεων. Επιλέγουμε μια:

Όπως φαίνεται από τις προκηρύξεις του Αλ. Υψηλάντη και του Π. Μαυρομιχάλη, οι Έλληνες έκαναν μια επανάσταση νεωτερικού χαρακτήρα υιοθετώντας τα προτάγματα του δυτικού κράτους δικαίου που διεκδίκησε η Γαλλική Επανάσταση. Γι’ αυτό: α) το 1814 οι τρεις ανώνυμοι Έλληνες που εμπνεύστηκαν αυτή την Επανάσταση, επέλεξαν ως καταλληλότερο χώρο της μυστικής τους δράσης την Ρωσία, β) η διευρυμένη ηγεσία των τριών εξέλεξε ως καταλληλότερο πρόσωπο να την εκπροσωπήσει αυτόν που έχασε το δεξί του χέρι πολεμώντας κατά της Γαλλικής Επανάστασης”, γ) το πρόσωπο αυτό ανέλαβε με προσωπική του ευθύνη την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης στην Μολδαβία, διακηρύσσοντας πως ο ρωσικός στρατός τον ακολουθεί.

Για την υποστήριξη αυτής της εμμονής δεν μπορεί να ελεγχθεί η μελέτη του Αθ. Συροπλάκη. Δυστυχώς, την εκδοχή αυτή υποστηρίζει πλήρως ο πρόλογος του Ιάκωβου Μιχαηλίδη που προκαθορίζει ή -τουλάχιστον- εγκλωβίζει την παρουσίαση του Αθανάσιου Συροπλάκη.

Αν λοιπόν τα προηγούμενα έχουν ικανή δόση ελαφρυντικών για την κεκτημένη ταχύτητα που παγιώνει τη μη διερεύνησή τους, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για το κεφάλαιο “Εμφύλιος”. Στη σ. 108 ο Αθ. Συροπλάκης αναφέρει απόσπασμα “διακήρυξης του Πέτρου Μαυρομιχάλη” στην οποία “καλεί όλους τους Έλληνες να αντισταθούν στις πιέσεις των αντιπάλων του”. Το σημείο αυτό είναι το πλέον καίριο από εκείνα που οδηγούν τον αναγνώστη στην αδυναμία κατανόησης της Επανάστασης και των τάσεων που υπάρχουν εντός της. Η διακήρυξη της 24/2/1824 είναι από το Εκτελεστικό Σώμα στο οποίο ο Π. Μαυρομιχάλης προεδρεύει. Η διακήρυξη εξηγεί αναλυτικά τις “παράνομες” πράξεις του Βουλευτικού που αντικατέστησε σταδιακά τρία μέλη του Εκτελεστικού. Ο Αθ. Συροπλάκης σιωπηρά υιοθετεί την άποψη “εκείνη τη στιγμή ο Π. Μαυρομιχάλης ΔΕΝ προεδρεύει του Εκτελεστικού. Προεδρεύει ο Γεώργιος Κουντουριώτης”. Το πρόβλημα του “εμφυλίου” λύνεται πριν καν περιγραφεί.

Τι άλλο λείπει; Στις 24/2/1824  ο Μαυρομιχάλης απαντά στις δεκατρείς κατηγορίες που τού απήγγειλε το Βουλευτικό, κηρύσσοντάς τον “έκπτωτο”. Η διακήρυξη αυτή απαντάει στην “Έκθεση” της εννεαμελούς επιτροπής η οποία στις 19/12/1823 υποβάλλει το πόρισμά της προς το Βουλευτικό Σώμα που την διόρισε. Στις 5/1/1824 το Βουλευτικό Σώμα δέχεται την Έκθεση της Επιτροπής η οποία είχε κάνει “δεκτή την κατηγορία” βρίσκοντας ενόχους δεκατριών “παρανομιών, εγκλημάτων, καταχρήσεων” τους Πέτρο Μαυρομιχάλη και Σωτήριο Χαραλάμπη (λίγο νωρίτερα είχε αντικατασταθεί ο Ανδρέας Μεταξάς). Τα κρίσιμα αυτά έγγραφα ουδέποτε αναφέρονται, άρα, δεν απαιτείται ερμηνεία και της ουσίας και της νομιμότητας των πράξεων. Παραλείπεται επίσης η εξέταση της περαιτέρω στάσης του Μαυρομιχάλη ως προς τον Κουντουριώτη. Όμως η γέφυρα των αντιφάσεων που ενώνει τις Κιτριές του 1819 με την αποστασία του 1830 περνάει και από το 1824. Πριν “σκοτώσει” τον Καποδίστρια, ο ηγέτης της Μάνης ήταν καποδιστριακός.

Αν και σχετικώς εκτεταμένη, η αιτιολογική έκθεση της εθνικής πρόσκλησης του 1824 δεν διαφέρει ουσιωδώς από αυτήν της Τροιζήνας. Η πρόφαση είναι κοινή, η πραγματική αιτία έχει θαφτεί τουλάχιστον από την εποχή της εταιρικής ρήξης στην Κωνσταντινούπολη.

Πέρα λοιπόν από την αποσιώπηση των λόγων και των ενεργειών δια των οποίων οι Μαυρομιχάλης, Χαραλάμπης, Μεταξάς καθαιρέθηκαν στις συνειδήσεις όσων προσχώρησαν στην Ύδρα, εξαφανίζεται και η πρόσκληση προς τον Καποδίστρια που οι τρεις τους υπέγραψαν ως Εκτελεστικό την 1/1/1824. Σχεδόν αφήνεται να εννοηθεί ότι οι Κουντουριώτηδες και οι Μαυρομιχαλαίοι είχαν κοινή άποψη για τον Καποδίστρια, κοινό τρόπο προσχώρησης στην Επανάσταση της Φιλικής.[4] Με τον τρόπο αυτό η αντιπαλότητα του “εμφυλίου” παραμένει στις αστείες ερμηνείες της τοπικότητας, της ιδιότητας και των ισχυρών προσωπικοτήτων. Το δάνειο δεν συσχετίζεται και δεν αποτελεί αφορμή εμφάνισης της σύγκρουσης. Η πολιτική της London Greek Committee εμφανίζεται φιλική ως προς την Επανάσταση και όχι ως προς μια συνιστώσα της. Η κυβέρνηση Κουντουριώτη παρουσιάζεται ως νόμιμη παραλήπτρια των αγγλικών λιρών, αφού και οι Byron-Stanhope υπονοείται ότι “είχαν συμφωνήσει”. Για τους “αντιπατριώτες” που δεν αναγνώριζαν τον Κουντουριώτη δίνονται ερμηνείες βγαλμένες από τη φαντασία, ενώ αποσιωπάται και η κατά αυτών δράση από τους “πατριώτες”. Κυρίως όμως αποσιωπάται πλήρως η εφαρμογή του νεωτερικού κράτους δικαίου από τους υπερασπιστές του· εγχώριους και μη.

Από το σημείο αυτό και μετά η πορεία είναι προδιαγεγραμμένη. Ο Αθ. Συροπλάκης κάνει μια ύστατη προσπάθεια να εξετάσει την προσπάθεια ανατροπής του Καποδίστρια στο πλαίσιο μιας διεθνούς αντίδρασης κατά της πολιτικής του. Όμως είναι εκ των προτέρων καταδικασμένη, εφόσον ούτε αντίδραση κατά του Καποδίστρια καταγράφηκε στην Τροιζήνα, ούτε εντοπίζονται τα στοιχεία της πολιτικής του που ενοχλούν. Τους λόγους για τους οποίους η υποστήριξη του Μαυρομιχάλη προς τον Καποδίστρια μετατρέπεται σε αντιπάθεια και έχθρα τους αναλαμβάνει η μυθοπλασία της αντικαποδιστριακής βιβλιογραφίας -παλιάς και νέας- που επιθυμεί να συρρικνώσει την διεθνή αντίδραση στον Καποδίστρια σ’ ένα γεγονός τοπικής σημασίας και προσωπικής αντιπαλότητας. Το κενό πρέπει να καλυφθεί με κάποιον τρόπο και η τραγική ανεπάρκεια της κάλυψης είναι αναπόφευκτη.

Συμπερασματικά, το κενό ερμηνείας που συνεχίζει να ακολουθεί το 21 είναι ζωντανό. Αν κάποιος δεν το εντοπίζει, αυτό οφείλεται στην κεκτημένη ταχύτητα και στην αδυναμία να διανοηθεί πόσο τεράστιο είναι. Το μεγάλο ελαφρυντικό συνεχίζεται επίσης. Οι δυο διαφορετικοί ερμηνευτικοί κλάδοι της ιστορίας, αν και υπέστησαν μεταβολές από τον 19ο στον 20ο αιώνα, συνεχίζουν να συμφωνούν μεταξύ τους ως προς το ποιος και γιατί κίνησε την Επανάσταση. Το παρήγορο είναι πως η διαφωνία έχει μετατοπιστεί επί της ερμηνείας του επαναστατικού υποκειμένου. Ευθύς ως διασαφηνιστεί ποια είναι τα δυο διαφορετικά έθνη που μπορεί να επαναστάτησαν, τα εμπόδια προς τη διαλεύκανση αίρονται.

[1] Στις 30/7/1819 ο Γρηγόριος Ε΄ συγχαίρει τον μπέη, τους οπλαρχηγούς και πρόκριτους της Λακωνίας για την είδηση ίδρυσης “κοινού Ελληνομουσείου / Σχολείου και την αποκατάστασιν εν αυτώ των λόγου αξίων διδασκάλων και με κοινήν ένωσιν κατά Χριστόν και αγάπην αδελφικήν και συμφωνίαν να περιθάλπτουν αυτήν και να διοικούν, φιλοτιμούμενοι εις το να δείξουν πραγματικώς το φιλόπατρι και φιλόμουσον”. Η διατύπωση αυτή, συνδυαζόμενη με τον εγκωμιαστικό χαιρετισμό από τον Λόγιο Ερμή για την εμφάνιση του (φίλου των φώτων) Πατριάρχη τον Φεβρουάριο του 1819 και η διακήρυξη (“εγκύκλιος”) του Καποδίστρια της 6/4/1819 δείχνουν τις ζυμώσεις που γίνονταν εντός της Εταιρείας μετά την κρίση διάσπασης-ανατροπής του 1818. Την 1/10/1819 ο Μαυρομιχάλης συμφωνεί με τους άλλους Μανιάτες “μεθ’ όρκου της αγιωτάτης και ορθοδόξου ημών πίστεως … δια την σωτηρίαν του Γένους μας … να πράξωμεν ό,τι ήθελε προσταχθώμεν από τους ανωτέρους και εγκρίτους του γένους μας”. Έμμεσα υποστηρίζουν την γραμμή Καποδίστρια “όχι στην φιλελεύθερη επανάσταση, ναι στην δημιουργία ενός κράτους του οποίου οι νόμοι δεν θα μπορούν να αντιμάχονται τον νόμο του Θεού”.
[2] Η αντίφαση εδώ είναι διπλή, εφόσον η πάγια αγριότητα λόγου του Κοραή κατά των αντιπάλων του αποσιωπάται.
[3] Βλ. σχετικά: Ζυγούρας Σ., Ίνα εφορεύη και επιστατή εν πάσιν vs Έλαβεν διαταγήν να κινήση φανερά δια της Δακίας – Πεποιθήσεις και αντιφάσεις στη σχέση Ιωάννη Καποδίστρια – “Φιλικής Εταιρείας”. Στο Α. Σαμαρά-Κρίσπη, Σ. Μωραϊτη, & Σ. Αλειφαντής, Ιωάννης Καποδίστριας, Διεθνείς θεσμικές και πολιτικές προσεγγίσεις (1800-1831) (σσ. 173-228). Αθήνα: ΚΑΣΤΑΛΙΑ, 2021.
[4] Αν η απαίτηση των Κουντουριωτών τις παραμονές της Επανάστασης (προϋπόθεση συμμετοχής τους) ως προς την εμφάνιση του ηγέτη Καποδίστρια ήταν ειλικρινής, δεν θα έπρεπε να συνυπογράφουν την αίτηση του Εκτελεστικού της 1/1/1824; Ομοίως ισχύει για τον Μαυροκορδάτο ο οποίος τον Οκτώβριο του 21 υποκριτικά καλούσε τον Δημ. Υψηλάντη να παραιτηθεί ώστε ν’ αναλάβει κάποιος άξιος όπως ο Καποδίστριας.

 

This entry was posted in Uncategorized. Bookmark the permalink.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.